
Γράφει ο Αντώνης Κωνσταντινίδης / Μουσικοκριτικός / [email protected]
Δεν πάνε μέρες, που ακολουθώντας την Εγνατία οδό, βρέθηκα να οδηγώ μόνος, βυθισμένος στην ομορφιά του μακεδονικού τοπίου. Προς τα ανατολικά, λίγο μετά τις λίμνες και κάπου κοντά στα δικά μας Τέμπη, είχα ήδη παραδοθεί σε ζεστά χρώματα και σε ποικίλα αρώματα, που έμοιαζαν να αντιστέκονται σθεναρά στο κρύο και στον χειμωνιάτικο ήλιο. Και ενώ ο λόγος, ακόμα και αυτός που μπορεί να να χειρισθεί εύστοχα μία έντονα ποιητική ή και ρομαντική διάθεση μάλλον ωχριά, μπροστά στη φυσική εικόνα, αδυνατώντας να περιγράψει με κάθε δυνατή ακρίβεια τις πληροφορίες που μεταφέρει η φύση, η μελαγχολία είναι δυστυχώς, το πρώτο συναίσθημα που προεκτείνει το οπτικό πεδίο και ερμηνεύει τις αποχρώσεις της ανέγγιχτης ομορφιάς.
Είχα σχεδόν ξεχάσει τις σκέψεις αυτές, όταν μία ανακοίνωση που έκανε το γύρο των ειδήσεων, και η οποία προσέδωσε έναν στιγμιαία, αισιόδοξο τόνο στην κατηφή καθημερινότητα μας, μου επανέφερε την ίδια κατ’ ουσίαν διάθεση, ίσως με περισσότερο θυμό αυτή τη φορά.
«Στη Σαντορίνη αισθάνεσαι όπως σε κανένα άλλο σημείο της Γης. Στο σημείο αυτό, τα πάντα είναι πιο φωτεινά: Τα άσπρα σπίτια με τις καμάρες τους, η θάλασσα και τα ηλιοβασιλέματα στην καλντέρα, αναφέρει το BBC στην ιστοσελίδα του στην ενότητα ταξιδιών, κατατάσσοντας το φημισμένο κυκλαδίτικο νησί, πρώτο στον κατάλογο των πέντε ομορφότερων νησιών στον κόσμο. Στο κατάλογο ακολουθούν, μετά τη Σαντορίνη, το Μπαλί στη Ινδονησία, το Κέιπ Μπρίτον στον Καναδά, τα νησιά Μπορακάι στις Φιλιππίνες και το Γκρέιτ Μπάριερ Ριφ στην Αυστραλία.»
Είναι αλήθεια ότι τα δυο αυτά τοπία, οι ορεινοί παραθαλάσσιοι όγκοι της βυζαντινής Ρεντίνας, με την ηφαιστιογενή Θήρα του Αιγαίου, έχουν πολύ μικρή σχέση μεταξύ τους, τέτοια που να καθιστά δυνατή κάποια πιθανή σύγκριση. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο συνειρμός είναι κοινός.
Όπως κοινή είναι και η πεποίθηση που ξεπερνά τις όποιες διακρίσεις ταξιδιωτικών οργανισμών ή εξειδικευμένων εντύπων, ότι ο τόπος μας, η κοινή μας πατρίδα, είναι μια προνομιούχα, ως προς το φυσικό της κάλλος και τις επικρατούσες κλιματικές συνθήκες, γωνιά της μεσογείου και της όλης Ευρώπης κατ’ επέκταση.
Σήμερα, ο ευλογημένος αυτός τόπος του μύθου και της ιστορίας, της ποίησης και της μουσικής, μήτρα ταπεινών και σπουδαίων ανθρώπων της τέχνης, της φιλοσοφίας και της επιστήμης, βρίσκεται σε πλήρη απαξίωση, ζώντας μία κατάσταση έντονης ανασφάλειας, ακολουθώντας άβουλα και καταθλιπτικά πολλές φορές, τη ροή της κατ’ ευφημισμόν οικονομικής κρίσης.
Σε κάθε περίπτωση ο τόπος αυτός δεν μπορεί να έχει μόνο παρελθόν. Δεν πρέπει να στέκεται προσκολλημένος, μόνο σε μία πρώτη ανάγνωση της ομορφιάς, ή να αφήνεται στην αδιέξοδη θωπεία ενός κολακευτικού, ενίοτε δε και έντονα λαϊκιστικού, θαυμασμού της ιστορίας και του κάλλους του.
Ας μην ομφαλοσκοπούμε. Κανείς δεν μας χρωστά τίποτε περισσότερο από αυτά που εμείς οφείλουμε στις επερχόμενες γενεές. Το γεγονός ότι η πατρίδα μας, παρά τις ενυπάρχουσες ιδανικές συνθήκες, δεν μπόρεσε να καταστεί μία άλλη «Γη της επαγγελίας», με πρότυπη και ζηλευτή, αειφόρο ανάπτυξη, οικονομική, πνευματική και πολιτιστική, που να συντονίζεται με ένα αντίστοιχης αισθητικής και λειτουργικότητας αστικό τοπίο, δημιουργεί ερωτήματα, κάποιες τύψεις ίσως και καθιστά αυτομάτως μέγιστη τη μομφή προς τους εκάστοτε όχι μόνο ανίκανους, αλλά και ανάξιους διαχειριστές, στο σύνολό τους, μικρούς και μεγάλους. Και όλους αυτούς, συνυπεύθυνους, όχι μόνο απέναντι στην ιστορία, αλλά και σε γη, θάλασσα και ουρανό, που απ΄ ότι φαίνεται ασκούν με τον δικό τους τρόπο τους, ένα εκ των πραγμάτων αναπάντητο, σίγουρα όμως πολύ σκληρό κατηγορητήριο.
[…] thinkfree.gr TweetShare Μπορείτε να ακολουθήσετε τις απαντήσεις σε […]