Γράφει η Εύα Μπαλταγιάννη / [email protected]
Το γέλιο είναι ζωή. Ζωή είναι η δουλειά… Άρα δε γελάς.
Το γέλιο είναι υγεία. Υγεία είναι το να μην έχεις άγχος… Άρα δε γελάς.
Το γέλιο είναι στιγμές. Οι στιγμές σου περνούν κι εσύ σκέφτεσαι τί θα κάνεις την επόμενη. Άρα δε γελάς.
Με το γέλιο, φεύγουν τα βάρη, χαλαρώνεις, χάνεσαι… Εσύ; Αρσιβαρίστας, στριφνός, αγέλαστος, μουτρωμένος… Ε, δε γελάς…
Με ρωτούν γιατί δε γελάω… “Ζήσε το τώρα” σου λένε οι μεγαλύτεροι. Με ρωτάν πού θα πάω διακοπές, πού θα βγω το Σαββατόβραδο, πού θα πάω για καφέ την Τρίτη.
Δε γελάω. Δεν απαντώ. Δεν έχω απάντηση.
Μοναξιά, θλίψη, ανία, άγχος, άγχος, άγχος… Και όλα αυτά γιατί;
Γιατί εσύ μάνα, εσύ πατέρα, εσείς, η γενιά του Πολυτεχνείου, με κάνατε να μη σκέφτομαι ούτε το τώρα, ούτε το αύριο, μα μόνο το χθες…
Χθες ήταν Τρίτη και θα έβγαινα για καφέ. Χθες ήταν Σάββατο και θα πήγαινα βόλτα. Χθες ήταν Καλοκαίρι και θα πήγαινα στη θάλασσα…
Χθες, ήταν Σάββατο και δούλευα, ήταν Δευτέρα και δούλευα, ήταν Πέμπτη και δούλευα, ήταν τέλος του μήνα και δεν πληρώθηκα.
Χθες άνοιξα την ΕΡΤ και δεν είδα τίποτα.
Χθες αρρώστησα και δε βρήκα νοσοκομείο.
Χθες έδωσα Πανελλήνιες με τη σιγουριά της επιστράτευσης.
Σήμερα κάνω μηχανογραφικό για μια σχολή χωρίς αντίκρυσμα.
Αύριο θα θυμηθώ να κλειδώσω διπλά, γιατί με έχουν κλέψει 5 φορές τον τελευταίο χρόνο.
Μεθαύριο θα πάθω κάτι στη δουλειά και θα το κάνω γαργάρα, γιατί δεν έχω ασφάλιση.
Του χρόνου, θα ζητήσω ρεπό και δε θα το πάρω, καμία μέρα δεν έχει ρεπό.
Σήμερα, ζω με 490 ευρώ το μήνα.
Τώρα, δεν ξέρω τί μου ξημερώνει. Χθες η κυβέρνησή μου “έπεσε” ξανά!
Και θα έρθουν και θα με διώξουν από τη δουλειά.
Δε γελάω ρε μάνα.
Αύριο θα πάω να πιάσω κι άλλη δουλειά, γιατί με τη μία δε βγαίνω.
Μεθαύριο θα μάθω ότι ούτε εκεί θα έχω ένσημα γιατί “ξέρεις πόσοι θα έρθουν στη θέση σου;”
Αύριο θα είναι Πάσχα και θα σε έχω να ρωτάς “καλά, δουλεύει ο κόσμος το Πάσχα;”
Θα είναι Χριστούγεννα και θα λες “μα καλά, Χριστουγεννιάτικα;”
Θα είναι καλοκαίρι και θα λες “μα καλά, ούτε ένα μπανάκι δε θα κάνετε πια;”
Δε γελάω ρε μάνα!
Τα έκανες μαντάρα, τα διέλυσες όλα και τώρα; Θέλεις γέλιο;
Θέλεις να γελάσω; Γύρνα τον χρόνο πίσω ρε μάνα. Εκεί που η γενιά σου έτρωγε και δεν άφησε τίποτα. Κάνε κάτι, να γίνουν όλα όπως μας τα υποσχόσασταν.
Δε γελάς ε;