Γράφει ο Γιώργος Βοσκόπουλος / επ. Καθηγητής – Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Μακεδονίας / [email protected]
Η ενάτη Μαΐου αποτελεί ημερομηνία με ιδιαίτερη σημειολογική όσο και ουσιαστική σημασία στην ενοποιητική πορεία της Ευρώπης. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα αποτέλεσε την πρώτη θεσμική προσπάθεια υπερεθνικής ολοκλήρωσης και είχε σαφείς πολιτικούς στόχους παρά τη φαινομενική και συχνά υποβαθμισμένη σημασία που της αποδίδεται. Σύμφωνα με το Γερμανό Καγκελάριο Αντενάουερ η ΕΚΑΧ θα προσέφερε στη Γερμανία την ευκαιρία να «αποκαταστήσει πολιτικά τη χώρα και να προσεγγίσει τη Γαλλία». Από την άλλη ο ίδιος έθεσε ένα σαφή πολιτικό στόχο στα πλαίσια δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα. Όπως είχε δηλώσει, «εκτιμώ και πιστεύω ότι τα εθνικά κοινοβούλια των έξι Ευρωπαϊκών χωρών που συμμετέχουν στην ΕΚΑΧ συνειδητοποιούν το τι διακυβεύεται με αυτό το εγχείρημα…συνειδητοποιούν ειδικότερα ότι ο πολιτικός στόχος αυτής της προσπάθειας, η πολιτική σημασία της δημιουργίας της ΕΚΑΧ είναι πολύ σημαντικότερος από τις οικονομικές επιδιώξεις»
Η ΕΚΑΧ όπως και κάθε νεοτερική προσπάθεια συνιστούσε αποτέλεσμα μίας πορείας προς τα εμπρός. Αντίθετα στη νέα χιλιετία η Ευρώπη οπισθοδρομεί, καθώς η Ένωση δεν διαθέτει ορισμένα διακριτά χαρακτηριστικά της Ευρώπης των αρχών της δεκαετίας του ’50. Εν πρώτοις δεν υπάρχει η επιθυμητή δυναμική που ώθησε την πορεία ενοποίησης. Το εγχείρημα της ΕΚΑΧ ενίσχυσε πολλές πτυχές διαμόρφωσης του πλαισίου της κοινωνικής και αναπτυξιακής πολιτικής που χαρακτήρισε την Ευρώπη επί μακρόν. Σήμερα η Ευρώπη στο όνομα του «εξορθολογισμού» αποδομεί τα θεμέλια του κοινωνικού κράτους και της προστασίας των εργαζομένων. Λειτουργεί ως διαχειριστής μίας κρίσης και δεν προωθεί λύσεις με βάση ευρωπαϊκές αξίες. Ως αποτέλεσμα, το όραμα ξεθωριάζει, κάτι που πολλοί αδυνατούν να κατανοήσουν ή αναγνωρίσουν.
Η έλλειψη οραματιστών ηγετών δεν δημιουργεί τις απαραίτητες συνθήκες για μία ανανεωτική και καινοτόμο πορεία προς τα εμπρός. Ο όποιος ιδεαλισμός του παρελθόντος συνετρίβη από τις επιταγές ή επιλογές μία τεχνοκρατικής υφής διαχείρισης, αφού υιοθετείται η πλέον ακραία μορφή νέο-φιλελευθερισμού. Το νέο μοντέλο διακυβέρνησης της Ένωσης δεν είναι ανθρωποκεντρικό, δεν οικοδομεί αλλά αποδομεί, δεν λειτουργεί σωρευτικά αλλά αφαιρετικά.
Οι όποιες θεωρητικές προσεγγίσεις του φαινομένου της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δεν μπορούν να απαντήσουν ικανοποιητικά στα ερωτήματα και απαιτήσεις των ευρωπαίων πολιτών. Η θεωρία, όπως αναγνωρίζεται από πολλούς του κλάδου, έπεται των εξελίξεων. Η κοινωνία, οι βιοποριστικές ανάγκες, οι οικονομικές συνθήκες και τα διλήμματα του μέλλοντος την κατέλαβαν εξαπίνης. Η επαπειλούμενη αποδόμηση των ευρωπαϊκών κοινωνιών δεν έπεσε ως αερόλιθος εξ ουρανού, καθώς οι πολιτικές ηγεσίες στην κατακερματισμένη Ευρώπη αδυνατούν επί μακρόν να σηκώσουν το βάρος επιστροφής στο αξιακό πλαίσιο της ΕΕ. Σημαντικές πτυχές της ευρωπαϊκής πολιτικής επανεθνικοποιούνται, ενώ αντιλήψεις όπως συλλογικότητα και αλληλεγγύη διατυπώνονται σε εννοιολογικό κενό. Μόνο η επιστροφή στις πρωτογενείς αξίες της ενοποιητικής διαδικασίας μπορούν να αποκαταστήσουν τις σχέσεις ηγεσιών και συλλογικοτήτων. Κάθε άλλη επιλογή ενισχύει τις δυνάμεις κατακερματισμού και αναγκάζει εξ ορισμού τους πολίτες να αντισταθούν σε επιλογές που υπονομεύουν το μέλλον του.