Του Γ. Βοσκόπουλου / Αναπληρωτή Καθηγητή Ευρωπαϊκών Σπουδών – Τμήμα, Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Μακεδονίας / [email protected]
Επί δεκαετίες η διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης προσέφερε στις ευρωπαϊκές συλλογικότητες απτά και αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματα σε επίπεδο κοινωνικού κράτους, πρόνοιας, δικαιωμάτων των εργαζομένων, κράτους δικαίου, συνταγματικής τάξης και κυρίως ευημερίας. Αυτά αποτέλεσαν τα συγκριτικά στρατηγικά οφέλη που υπερκάλυψαν το δημοκρατικό έλλειμμα λειτουργίας του ευρωπαϊκού θεσμικού οικοδομήματος. Ήταν αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, ενός δημιουργικού, υπερβατικού ιδεαλισμού ο οποίος μέσω πρακτικών θεσμοθέτησης δημιούργησε ελεγχόμενες συνθήκες διάχυσης του πλούτου, αφού οι εταίροι μας προσέφεραν τα μέγιστα στην ενίσχυση των λιγότερο ανεπτυγμένων κρατών μελών.
Το πέρασμα από το ιδεαλιστικό και κυρίως ανθρωποκεντρικό στάδιο σε αυτό της αποσπασματικής διαχείρισης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης σηματοδοτεί μία νεωτερική μορφή διακυβέρνησης. Η μεταβολή αυτή επισημαίνεται υπό το βάρος της επιβολής ενός θεσμικού δογματισμού και διαχειριστικού αυταρχισμού, τα αποτελέσματα του οποίου αποδομούν εθνικά πολιτικά συστήματα και δημιουργούν συνθήκες κοινωνικών αναταράξεων και πολιτικής αστάθειας.
Η κλιμάκωση τριτοκοσμικών φαινομένων στην Ευρώπη αποτελεί μία κοσμογονία για το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Συνιστά μία επικίνδυνη κοινωνικά και πολιτικά επιλογή, απειλεί το βαθμό νομιμοποίησης της ενοποιητικής διαδικασίας και θέτει οντολογικά ερωτήματα όσον αφορά θεμελιώδεις κανονιστικές έννοιες όπως αλληλεγγύη, συνοχή, δημοκρατία.
Η λήψη μέτρων εξορθολογισμού του πλαισίου διαχείρισης ζητημάτων που άπτονται της δημόσιας σφαίρας λειτουργεί σήμερα ισοπεδωτικά. Ο τεχνοκρατικός και διαχειριστικός αυταρχισμός σε συνθήκες αποδόμησης του κοινωνικού κράτους στερεί την Ένωση από πρωτογενή νομιμοποιητικά εργαλεία.
Η Ευρώπη οδηγήθηκε στο δρόμο της συνεργασίας και ολοκλήρωσης από σαφή πολιτικο-στρατηγικά κίνητρα και τον υποδόριο ιδεαλισμό των πρωτεργατών της και όχι από μονοδιάστατες τεχνοκρατικές αντιλήψεις. Αποτελεί ένα πολιτικό και όχι τεχνοκρατικό δημιούργημα. Είναι σαφές ότι πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες, αγνοούν τις συνθήκες που κατέστησαν την Ένωση έναν μικρόκοσμο μίας διεθνούς κοινωνίας αλληλεγγύης που στήριξε τον μη προνομιούχο και δημιούργησε θεσμικές συνθήκες δια-κρατικής αλληλεγγύης.
Από την ελεγχόμενη διάχυση του πλούτου περάσαμε στην ανεξέλεγκτη διάχυση της φτώχειας. Η ΕΕ σήμερα παράγει ανισότητες, ατομική και συλλογική δυστυχία, δαιμονοποιεί την πολιτισμική ετερότητα, εξοστρακίζει τις πρωτογενείς αξίες της και επιβάλλει στις εθνικές ηγεσίες λογικές ομαδοποιημένης σκέψης. Λειτουργεί ως ένας μεταπράτης του εθνικού πλούτου των λιγότερο ισχυρών κρατών μελών της. Πλήττει δημοκρατικά κεκτημένα και αποχαρακτηρίζει σημειολογικά τα εθνικά κοινοβούλια. Με απλά λόγια η Ένωση μεταβάλλεται σε ένα διαχειριστικό τερατούργημα. Οργανώνεται με βάση ένα οργανωτικό μίγμα που περιέχει περισσότερη λιτότητα και φτώχεια και λιγότερη δημοκρατία.
Η ανάσχεση αυτού του πολιτικού, κοινωνικού και τεχνοκρατικού αυταρχισμού δεν μπορεί να γίνει αυτοβούλως από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ. Οι πλέον σημαντικοί κοινωνοί της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, οι Ευρωπαίοι πολίτες, θα πρέπει να απαιτήσουν αλλαγή πλεύσης, να αμφισβητήσουν ευθέως, να διεκδικήσουν, να επιβάλλουν τον επαναπροσδιορισμό του κοινωνικού συμβολαίου ανάμεσα στην ΕΕ και τους πολίτες. Θα πρέπει να αποτρέψουν τις Βρυξέλλες, ως φερέφωνο του Βερολίνου, να λειτουργούν ως πόλη- κράτος.