Γράφει ο Σπύρος Σιδέρης / [email protected]
Ίσως είμαστε η μοναδική χώρα στον κόσμο, όπου οι «νικητές» του εμφυλίου, γίνανε ηττημένοι στην πράξη. Αλλιώς δεν μπορεί να εξηγήσει κανείς την «αριστερή» λογική του ορθού και κοινωνικά αποδεκτού, ενώ κάθε «δεξιόστροφη» σκέψη εξοβελίζεται στο πυρ το εξώτερον. Μου θυμίζει μερικές φορές, την λογική των Εβραίων. Όχι περί περιούσιου λαού (από κει το ξεσηκώσαμε αυτό;) αλλά ότι ο κόσμος χρωστάει στους Εβραίους για τα κρεματόρια και την εξολόθρευση τους από την ναζιστική Γερμανία και γι αυτό δικαιούνται περισσότερα. Πέρασε στην κοινωνία μας η ενοχοποίηση κάθε τι μη αποδεκτού από την «αριστερά». Ενοχοποιήσαμε την παραδοσιακή μουσική, γιατί συνδέθηκε με την χούντα, ενοχοποιήσαμε την καταγγελία με τους δοσίλογους, ενοχοποιήσαμε ένα σωρό πράξεις και σκέψεις γιατί κάποιοι τα συνέδεσαν με εποχές πραγματικά μαύρες στην ιστορία του τόπου μας.
Μεσημεράκι θα ήταν όταν δέχτηκα στο γραφείο μου στο Λονδίνο, την επίσκεψη δυο αστυνομικών. Αισθάνθηκα άβολα, γιατί ο αστυνομικός στην Ελλάδα έχει ενοχοποιηθεί κι αυτός και η παρουσία του δίπλα σου, μόνο στην ασφάλεια δεν σε παραπέμπει. Αφού αλληλογνωριστήκαμε, με ενημέρωσαν για την ασφάλεια της περιοχής όπου δούλευα. Ποιες περιοχές και ποιες ώρες είναι επικίνδυνα και μου ζήτησαν να τους πω αν έχω δει κάτι παράξενο στην περιοχή. Κάτι που θα βοηθούσε στην καταγραφή της εγκληματικότητας.
Αλήθεια, με ρώτησαν, έχετε καταλάβει ότι κάπου γίνεται διακίνηση ναρκωτικών; Έχετε πέσει θύμα κάποιας εγκληματικής ενέργειας; Με λίγες, διακριτικές, αλλά στοχευμένες ερωτήσεις προσπαθούσαν να συλλέξουν πληροφορίες. Δεν απάντησα εκείνη τη στιγμή, αλλά τους ζήτησα να μου δώσουν χρόνο για να σκεφτώ ή και να παρατηρήσω περισσότερο. Με ευχαρίστησαν για τον χρόνο μου, μου έδωσαν τις κάρτες τους με τα κινητά τους τηλέφωνα κι έφυγαν.
Η αλήθεια είναι ότι είχα δει σημεία στην περιοχή που γινότανε διακίνηση ναρκωτικών. Είχα δει σκηνές βίας από πιτσιρίκια στο λεωφορείο που χρησιμοποιούσα. Υπήρχαν πράγματα που θα μπορούσα να πω, αλλά κάτι με κρατούσε να μην συνεργαστώ με την αστυνομία. Αυτή η ενοχοποίηση που έλεγα παραπάνω, με είχε μπολιάσει. Οι μέρες πέρασαν κι ένα απόγευμα καθώς έφτανα στο σπίτι ένα περιπολικό ήταν σταματημένο έξω από το σπίτι μου. Ένα σφίξιμο στο στομάχι το ‘νιωσα για να μην κρύβομαι. Πλησίασα κι έναν αστυνομικός με ρώτησε αν μένω εκεί. Ναι του απάντησα και του έδειξα την ταυτότητα μου. Τι έγινε;
Προσπάθησαν να διαρρήξουν το διαμέρισμα σας. Μια κυρία από το απέναντι σπίτι μας ειδοποίησε γιατί είδε κάποιον άγνωστο να κινείται στον κήπο σας. Μα πως λέω; Για ποιο λόγο το έκανε αυτό, ρώτησα. Μα είναι θέμα ασφάλειας να φροντίζουμε την γειτονιά μας. Επειδή είστε ξένος δεν το γνωρίζεται. Είναι υποχρέωση του πολίτη να προστατεύει την περιουσία του αλλά και την περιουσία των άλλων. Κι εμείς είμαστε εδώ γι αυτό το λόγο, μου είπε χαμογελώντας ο αστυνομικός δείχνοντας μου το σήμα στο μπουφάν του. Community support officer, έγραφε, αλλά γινόταν και πράξη.
Την επόμενη μέρα, πήρα στο τηλέφωνο τον αστυνομικό που με είχε επισκεφτεί και τον κάλεσα στο γραφείο μου. Του είπα τι είχε πέσει στην αντίληψη μου. Μετά από κάποιες μέρες ήρθε μια επιστολή στο γραφείο από το τοπικό αστυνομικό τμήμα. Με ευχαριστούσαν για την βοήθεια μου στην εξάρθρωση μιας ομάδας διακινητών. Την κοίταξα κι έκλεισα τα μάτια ταξιδεύοντας στην Ελλάδα. Καρφί… ε καρφί.