Γράφει η Νένα Μυρωνίδου / [email protected]
Μεσημέρι Τρίτης. Συνάντηση δεύτερη, και σειρά στη γνωριμία έχει ο Ραμίν Μπαχράνι, εκπρόσωπος του σύγχρονου αμερικανικού ανεξάρτητου κινηματογράφου. Στο 55ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου απολαμβάνουμε προβολές από το ειδικό αφιέρωμα σε ταινίες του, μικρού και μεγάλου μήκους. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στις ΗΠΑ, οι γονείς του είναι ιρανοί. Επισκέφθηκε το Ιράν για τρεις εβδομάδες και έμεινε τρία χρόνια.
Δημήτρης Εϊπίδης: «Ο Ραμίν Μπαχράνι είναι μία από τις πιο σημαντικές κινηματογραφικές φωνές. Ένας δημιουργός με δυναμική και ενέργεια που καθορίζει το σύγχρονο αμερικανικό κινηματογράφο. Οι ιστορίες του με ειλικρίνεια και τόλμη. Οι ήρωές του άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Ένα σινεμά ρεαλιστικό και βαθιά ανθρώπινο».
Συντονιστής της συνέντευξης Τύπου, ο Γιώργος Κρασσακόπουλος,
Ραμίν Μπαχράνι:
«Είναι μεγάλη τιμή να είμαι στο Φεστιβάλ ειδικά όταν η πρόσκληση προέρχεται από κάποιον όπως ο Δημήτρης Εϊπίδης, με τον οποίο γνωριζόμασταν και είναι ένας από τους πραγματικούς πρωταθλητές του κινηματογράφου εδώ και πολλά χρόνια».
«Βοήθησε τόσο πολύ το βραβείο κοινού για την ταινία μου Άντρας σπρώχνει καρότσι το 2005. Μόνο ένα κοινό όπως αυτό της Θεσσαλονίκης μπορούσε να δώσει βραβείο σε μία ταινία όπως η δική μου. Πήρα 5.000 ευρώ μαζί με το βραβείο και έκανα τα γυρίσματα της επόμενης ταινίας μου, του Chop Shop. Είχα τρεις φοιτητές για βοηθούς. Έβλεπα για το κάστινγκ 2.000 παιδιά, που ζούσαν στο δρόμο, όπως και ο κεντρικός χαρακτήρας. Δεν ήθελα να καταλάβουν οι φοιτητές μου ότι δεν είχα ούτε χρήματα ούτε σπίτι. Ήμουν άφραγκος και άστεγος τότε.»
«Πάντα σκέφτομαι το αγόρι στην ταινία Chop Shop, που είναι τόσο δυνατό και αποφασισμένο. Μερικές φορές, όταν πιάνω τον εαυτό μου να βρίσκεται σε κατάθλιψη ή να γκρινιάζει, του λέω απλά ‘’σκάσε και συνέχισε’’.»
«Ο κύριος λόγος για τον οποίο είμαι σε θέση να κάνω ταινίες είναι η ψηφιακή κάμερα. Δεν είναι πλέον δύσκολο να γυρίσεις μία ταινία. Είναι πιο δύσκολο, όμως, να κάνεις μια ταινία που έχει ένα βαθύτερο νόημα, κάτι διαφορετικό. Οι ταινίες μου σίγουρα μπορούν να δεχτούν και μια πολιτική ανάγνωση.»
«Βλέπω και ξαναβλέπω όλες τις ταινίες του Ντέιβιντ Λιντς. Συχνά αναρωτιέμαι τι είναι αυτό που εκείνος κάνει σωστά κι εγώ δεν μπορούσα να το κάνω. Πώς μπορεί να συνδυάσει αυτά τα όνειρα και τους εφιάλτες με την πολιτική; Προσωπικά, μου αρέσει η κοινωνία. Οι περισσότεροι από τους συγγραφείς τους οποίους διάβαζα μεγαλώνοντας –Ντοστογιέφσκι, Κάφκα, Στάινμπεκ, Φόκνερ- δείχνουν ενδιαφέρον για την κοινωνία».
«Πρόσφατα συνειδητοποίησα ότι δύο από τις μικρού μήκους ταινίες μου, το Πλαστική σακούλα και Ο πόλεμος της Λεμονάδας έχουν σχεδόν το ίδιο τέλος. Νομίζω ότι έκανα την ίδια ταινία. Και ότι διαρκώς γυρίζω την ίδια ταινία».
«Ένας σκηνοθέτης πρέπει να κοιτάζει τη ζωή και να τη φαντάζεται εκ νέου. Ο καθένας σε αυτή την αίθουσα θα μπορούσε να πάρει τον τηλεφωνικό κατάλογο και με ακρίβεια να περιγράψει τα στοιχεία του: ονόματα, διευθύνσεις, αριθμούς. Η αφήγηση αυτή θα μπορούσε να είναι αντικειμενικά σωστή αλλά δε μου λέει τίποτα για τη ζωή.»
«Σε κάθε περίπτωση, η καλή τέχνη δημιουργεί αλλαγή. Η ελπίδα κάθε σκηνοθέτη είναι να κάνει μια ταινία που να έχει αντίκτυπο στο κοινό, για να δημιουργήσει μια αλλαγή, ακόμη κι αν ο ίδιος δεν ξέρει τι ακριβώς είναι. Η ίδια η ταινία έχει να κάνει με την αναζήτηση για κάτι άγνωστο και όχι με την ανάγκη να δώσει κάποιες απαντήσεις. Έχω δει πολλές ταινίες που είχαν αντίκτυπο στη ζωή μου, στο πώς βλέπω τον κόσμο, και το ίδιο συμβαίνει και με τη λογοτεχνία.»
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Βόρεια Καρολίνα, ενώ στη συνέχεια σπούδασα στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης. Στη συνέχεια, το 1998, αποφάσισα να πάω στο Ιράν για πρώτη φορά στη ζωή μου. Ήταν μια σπουδαία εμπειρία. Πολύ διαφορετική από το να μεγαλώνεις στη Καρολίνα.»
«Στο Ιράν, σε κάθε περίσταση -σπίτι, εργασία, μέσα μεταφοράς- βλέπεις μια ένωση ανθρώπων με εντελώς διαφορετικές ιδέες, κοινωνικό, οικονομικό και ιδεολογικό υπόβαθρο, να συζητούν, να διαφωνούν και να συμβιώνουν. Αυτό συμβαίνει όλο και λιγότερο στην Αμερική.»
«Δεν παρακολουθώ τις νέες ταινίες, γενικώς. Δεν είναι ότι δεν μου αρέσουν ή ότι δεν εκτιμώ τους νέους κινηματογραφιστές, απλά εγώ προτιμώ να κοιτάζω προς τα πίσω. Οι ταινίες που συνήθως βλέπω είναι ηλικίας 25 έως 75 ετών. Φυσικά, στα φεστιβάλ σού προτείνουν να δεις την πρώτη ή τη δεύτερη ταινία ενός δημιουργού.»
«Η βασική ένταση μεταξύ της ελεύθερης βούλησης και του πεπρωμένου συνδέεται με τις ιδέες της πνευματικότητας και του μυστηρίου. Νομίζω ότι με παρόμοιο τρόπο βλέπω τα πράγματα και στη ζωή μου. Από την ιρανική κουλτούρα, υπάρχει ένα ποίημα του Ρουμί που λέει: ‘’Είμαι το ραβδί και είσαι η μπάλα. Όπου κι αν σε χτυπήσω πρέπει να πας. Όπου κι αν πας πρέπει να σε ακολουθήσω’’».
«Με ενδιαφέρει πολύ το σινεμά του Κισλόφσκι, το μυστήριο στις ταινίες του. Πιστεύω ότι ο Δεκάλογος είναι ένα από τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά επιτεύγματα όλων των εποχών.»
Νωρίτερα ο Ραμίν Μπαχράνι παρουσίασε κι ένα masterclass στην αίθουσα Παύλος Ζάννας.
Η συζήτηση ξεκίνησε με αφορμή το μικρού μήκους ντοκιμαντέρ του, Ανεβασμένος. Εκεί ο πρωταγωνιστής βασανίζεται από την προαιώνια απορία εάν έκανε το αυγό την κότα ή η κότα το αυγό.
«Ως έφηβος άρχισα να αγαπώ το διάβασμα και ήμουν τυχερός γιατί στο σπίτι είχαμε βιβλία των Κάφκα, Τολστόι, Ντοστογιέφσκι. Με είχε απορροφήσει το διάβασμα και είχα αρχίσει να γράφω ιστορίες. Στο λύκειο ένας καθηγητής μού γνώρισε τον κινηματογράφο μέσα από τις ταινίες του Κόπολα, του Σκορσέζε, του Γούντι Άλεν. Νοίκιαζα από το βιντεοκλάμπ κάθε είδους ταινία, ξέφυγα σιγά σιγά από τη δεκαετία του ’70 και πλέον έβλεπα και κλασικά φιλμ»
Πώς γεννήθηκε η ιδέα της ταινίας του Άντρας σπρώχνει καρότσι.
«Ήταν το 2001, μετά την 11η Σεπτεμβρίου, όταν βρισκόμουν στο Παρίσι, άφραγκος χωρίς να έχει πού να μείνει.»
«Έβλεπα στις ειδήσεις τους βομβαρδισμούς του Μπους στο Αφγανιστάν και προσπαθούσα να σκεφτώ τους Αφγανούς στη Νέα Υόρκη που πουλούσαν φαγητό σε καροτσάκια. Σκεφτόμουν και το μύθο του Σίσυφου. Τον Ιανουάριο του 2002 επέστρεψα στις ΗΠΑ, πήγα στο Σημείο Μηδέν και προσπαθούσα να καταλάβω τι έβλεπα μπροστά μου. Μίλησα με πολλούς τέτοιους πωλητές. Κάποιοι νόμιζαν ότι ήμουν πράκτορας της CIA. Όλοι οι άνθρωποι με σκούρο δέρμα ήταν πανικοβλημένοι, Εκεί γνώρισα τον μετέπειτα πρωταγωνιστή της ταινίας μου, ο οποίος ήταν ένας τέτοιος πωλητής – και όχι επαγγελματίας ηθοποιός. Αργότερα γίναμε και φίλοι».
Πώς γεννήθηκε η ιδέα για τα 99 σπιτικά.
«Από τη στεγαστική κρίση στις ΗΠΑ, που ανέτρεψε τα δεδομένα ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων. Είχα πανικοβληθεί, φοβόμουν ότι κάποιος άλλος σκηνοθέτης θα με προλάβει και θα καταπιαστεί με αυτό το θέμα. Είναι σημαντικό για μένα να ξέρω αν κάποιος άλλος ασχολείται την ίδια στιγμή με το ίδιο θέμα. Αν ξέρεις ότι κάνεις κάτι πρωτότυπο, νιώθεις ότι είσαι δυο βήματα μπροστά.»
«Η δομή είναι το σημαντικότερο πράγμα όσον αφορά στο σενάριο. Γράφω σημειώσεις με τα απολύτως απαραίτητα σε post-it, αυτό με βοηθάει. Τα post-it στον τοίχο μου είναι πολύ πιο σημαντικά από το σενάριο στο χαρτί.»
«Πλέον αφιερώνω περισσότερο χρόνο στα ‘’θεμέλια’’ της ταινίας. Αν η αρχή είναι λανθασμένη, δεν μπορείς να λύσεις τα προβλήματα και υποφέρεις στο μοντάζ. Με απασχολούν τα πρώτα 30’. Τα υπόλοιπα λύνονται.»
«Τους ερασιτέχνες ηθοποιούς τους εκπαιδεύεις επί σειρά μηνών. Με τους επαγγελματίες, εάν κάνεις τη σωστή διανομή ρόλων, δε κάνεις και πολλά στη συνέχεια.»
«Κάποιες φορές αλλάζεις την ιστορία γιατί προκύπτουν καλύτερα πράγματα στην πορεία. Έτσι έγινε στην ταινία μου Αντίο Σόλο, όπου ο χαρακτήρας της θετής κόρης του ήρωα επρόκειτο αρχικά να είναι αγόρι, αλλά τελικά διάλεξα κορίτσι ηθοποιό και άλλαξα όλο το σενάριο».
«Στις ΗΠΑ σου δίνουν πενήντα μέρες για τα γυρίσματα, αλλιώς ξεπερνάς τον προϋπολογισμό. Εγώ ολοκληρώνω τα γυρίσματα σε τριάντα μέρες. Αν αρχίζω τις υπερβάσεις ή τις καθυστερήσεις, μπορούν να με αντικαταστήσουν. Δεν υπάρχουν χρήματα για τον ανεξάρτητο κινηματογράφο, γι’ αυτό και θες να δημιουργήσεις καλό όνομα για να βρεις τον επόμενο χρηματοδότη».
«Δεν ξέρω ποιο είναι το μέλλον του σινεμά. Σκέφτομαι ολοένα και περισσότερο την τηλεόραση. Έχω να δω, όμως, από 1998. Όχι γιατί τη θεωρώ κακή, απλώς η συσκευή δεν δουλεύει. Αν λειτουργούσε, θα κολλούσα. Έχω υπόψη μου ιστορίες που δεν μπορούν να χωρέσουν σε μιάμιση ώρα. Θα μπορούσα να κάνω μια σειρά 10-12 επεισοδίων. Θα ήθελα να κάνω μια σειρά εποχής.»
«Κάποιες φορές σκέφτομαι ότι υπάρχει ο φόβος πως όλος ο πολιτισμός θα αντικατασταθεί από χυδαία selfie, πράγμα που προσπαθώ να αποφύγω μέσα από τη δουλειά μου».
«Η καταγωγή, με την έννοια της κουλτούρας του τόπου, είναι σημαντική. Είμαι ένα μείγμα δύο κόσμων, αλλά βλέπω και πολλά άλλα στοιχεία μέσα μου. Η καταγωγή μου τονίζεται επειδή το όνομά μου δεν είναι αμερικάνικο. Ωστόσο, η νέα γενιά δεν νοιάζεται για κάτι τέτοια. Άλλαξαν τα πράγματα.»