Γράφει η Νένα Μυρωνίδου / [email protected]
Μεσημέρι Πέμπτης. Συνάντηση τέταρτη και η Χάνα Συγκούλα στέκεται ανάμεσα στις φιλόξενες παρουσίες του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Φεστιβαλ, Δημήτρη Εϊπίδη και της συντονίστριας της συζήτησης, Έλενας Χρηστοπούλου. Απέναντι, δεκάδες ζευγάρια μάτια δημοσιογράφων αχόρταγων για αποκαλύψεις, μυστικά και ανείπωτα βιώματα.
Η φετινή διοργάνωση τιμά με αφιέρωμα την εμβληματική καλλιτέχνιδα, ενώ την Παρασκευή 7 Νοεμβρίου θα της απονεμηθεί ο Χρυσός Αλέξανδρος για τη συνολική προσφορά της στον κινηματογράφο σε ειδική εκδήλωση στο Ολύμπιον.
Δημήτρης Εϊπίδης:
«Η Χάνα Συγκούλα διέπρεψε ως ιέρεια του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ και παράλληλα διέπρεψε με το ήθος της και στο τραγούδι. Είναι ένα θρυλικό πρόσωπο του ευρωπαϊκού κινηματογράφου, μία διαχρονικά γοητευτική προσωπικότητα».
Χάνα Συγκούλα:
«Σχεδόν ποτέ δεν ήξερα ποια ακριβώς είμαι. Στην πραγματικότητα δεν ήθελα καν να ξέρω ποια είμαι.»
«Πρέπει να αναζητούμε συνεχώς τις εκπλήξεις, έτσι ώστε να ξυπνάμε από την κατάσταση της ημινάρκης στην οποία πέφτουμε. Να αναζητάμε το θαύμα.»
«Ο θάνατος είναι προϋπόθεση για τη ζωή.»
«Προσπαθώ να δίνω σημασία στην πρώτη μου παρόρμηση, στην πρώτη φορά που συναντώ κάποιον, τα πρώτα βλέμματα, τις χειρονομίες.»
«Όταν υποδύομαι κάποιον ρόλο, πριν ανοίξω το στόμα μου θεωρώ ότι είναι προτιμότερο να αφήσω το σώμα μου να αντιδράσει. Το σώμα μας γνωρίζει πολλά, λέει την αλήθεια.»
«Έχουμε συνηθίσει να έχουμε άποψη για τα πάντα, θεωρώ όμως ευτυχία το να αλλάζεις γνώμη. Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος, υπάρχει μόνο σωστό και σωστό. Το σώμα μας και το ασυνείδητο συνδέονται με τον πραγματικό μας εαυτό, με το ένστικτο και την ψυχή μας. Έχω εμπιστοσύνη στις εκδηλώσεις του σώματός μου.»
«Όταν συνάντησα τον Φασμπίντερ, μία από τις πρώτες αντιδράσεις μου ήταν ότι αντιλήφθηκα πως μπροστά μου βρισκόταν ένας πολύ ξεχωριστός, ένας ιδιαίτερα ταλαντούχος άνθρωπος. Γι’ αυτό είπα στον εαυτό μου ‘’πρόσεχε, μην εξαρτηθείς υπέρμετρα από αυτόν’’. Κι εκείνος, όπως μου είπε, ένιωσε κάτι ανάλογο. Ήθελε να έχει σχέση μαζί μου, αλλά όχι πολύ κοντινή, φοβόταν ότι έτσι τελικά θα απομακρυνόμασταν ο ένας από τον άλλο»
«Όταν ήμαστε νέοι θέλαμε να αλλάξουμε τον κόσμο, νιώθαμε ανοιχτοί στα πάντα. Τώρα η πρώτη έγνοια των νέων είναι ποια θα είναι η θέση τους στον κόσμο, αν θα βρουν δουλειά. Εμάς μας απασχολούσε το πώς αισθανόμασταν. Ίσως το αποτέλεσμα τελικά να είναι το ίδιο.»
«Με τόση ανεργία δεν μπορείς να είσαι καιροσκόπος γιατί δεν υπάρχουν ευκαιρίες. Στρέφεσαι τότε στις βαθιές επιθυμίες σου, προσπαθείς να βρεις έναν δημιουργικό τρόπο για να εκφράσεις τον εαυτό σου.»
«Η δική μας γενιά βγήκε από μία χώρα με συντρίμμια, όχι μόνο υλικά αλλά και ηθικά. Ως παιδιά, μας άρεσε να παίζουμε στα συντρίμμια, μετά όμως νιώσαμε ντροπή, τύψεις, ενώ δεν ήμασταν ένοχοι.»
«Περάσαμε σε μία περίοδο εσωτερικής επανάστασης. Δεν είχαμε εμπιστοσύνη σε ό,τι είχε προϋπάρξει, στις αξίες της προηγούμενης γενιάς, προσπαθούσαμε να ξεκινήσουμε από το μηδέν. Δίναμε πια έμφαση στο ‘’είναι’’ και όχι στο ‘’έχειν’’»
«Η Ελλάδα φαντάζομαι πως πρέπει σαν το φοίνικα να ξαναγεννηθεί από τις στάχτες της. Γενικά μιλάμε πολύ στην εποχή μας για τα κτίρια που καταρρέουν, τα οποία όμως δεν πρέπει να αφήσουμε να καταστραφούν, πρέπει να τα αποκαταστήσουμε. Αυτό ισχύει και για τις νοοτροπίες, την κλίμακα των αξιών μας, δεν πρέπει να την αφήσουμε να καταρρεύσει.»
«Στη Γερμανία αυτή τη στιγμή υπάρχει κορεσμός. Παράγουμε προϊόντα που δεν χρειάζεται ο κόσμος. Αυτό δεν θα διαρκέσει πολύ. Δεν χρειάζονται τόσα αυτοκίνητα. Η οικονομία δεν συμβαδίζει με την οικολογική συνείδηση. Η παραγωγή όπλων είναι ένας φρικτός τρόπος για να επιδιώκεις το κέρδος, είναι σαν να κερδίζεις από τον θάνατο. Και στο μεταξύ το μυαλό μας κουράζεται από όλη αυτή την επιτάχυνση. Πρέπει να του μάθουμε να ηρεμεί. Ο κορεσμός στη Γερμανία δεν είναι υγιής, θα υπάρξει κατάρρευση».
«Οι άνθρωποι πια αναζητούν τρόπους να κάνουν τα πάντα μόνοι τους, γι’ αυτό κι επιχειρούν να κλείσουν τα σύνορα. Στις ταινίες των νέων δεν καταλαμβάνει μεγάλο χώρο η αισθητική, αλλά αυτό δεν πειράζει. Η πραγματικότητα είναι πολύ περισσότερο ενδιαφέρουσα. Κι εγώ από την πλευρά μου δεν θα έγραφα ποτέ ένα βιβλίο επιστημονικής φαντασίας. Προτίμησα να γράψω τι συνέβη στη ζωή μου.»
«Είδα την ταινία της Πέννυς Παναγιωτοπούλου Δύσκολοι αποχαιρετισμοί, ο μπαμπάς μου, πριν από μερικά χρόνια. Είναι μία ταινία βασισμένη στην αληθινή εμπειρία της σκηνοθέτιδας, την οποία όμως η ίδια αποδίδει μέσα από τη ζωή του ήρωα κι αυτό το βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρον».
«Η ζωή είναι πιο ενδιαφέρουσα από τα σχέδια, τις θεωρίες, της φιλοσοφίες. Ήμουν μοναχοπαίδι. Όταν γέρασαν οι γονείς μου, ήταν ανήμποροι, χρειάστηκε να τους βοηθήσω. Επί είκοσι χρόνια αφιέρωνα το μισό χρόνο της ημέρας μου στη φροντίδα τους, για να έχει καλό τέλος η ζωή τους. Οι γονείς μου μεγάλωσαν σε οικογένειες με 12 – 13 παιδιά. Η δική μου γενιά δεν έκανε παιδιά λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης στην κοινωνία.»
«Εγώ όχι μόνο μεγάλωσα ως μοναχοπαίδι, αλλά στη συνέχεια δεν απέκτησα παιδιά. Αυτό σημαίνει παρακμή. Θεωρώ φυσιολογικό να μεγαλώνεις, να κάνεις παιδιά. Εμείς ζήσαμε έναν ιστορικό σεισμό.»
«Όσα συνέβησαν είχαν και βιολογικές συνέπειες. Μάθαμε να ασκούμε κριτική στα πάντα, να αμφισβητούμε αυτά που μας έλεγαν οι άλλοι, διαπιστώσαμε ότι το χρήμα δεν είναι τα πάντα.»
«Δεν σε βοηθάει το να είσαι διαρκώς καχύποπτος γιατί αυτό δεν σε αφήνει να απολαύσεις τη ζωή. Αν θέλεις να αλλάξεις τον κόσμο πρέπει πρώτα να αλλάξεις τον εαυτό σου. Κι αυτό προσπαθώ στη ζωή μου να κάνω κι εγώ»