Γιοβάννα “Έχω δικαίωμα στην ζωή, έχω δικαίωμα να μην με λεηλατούν”

0
17243

“Όνειρο είδα” είναι ο τίτλος της πιο πρόσφατης ποιητικής συλλογής της Γιοβάννας Καλπαξή ,που όμως ανταποκρίνεται πολύ καλά σε αυτό που βίωσα με αυτήν την συνέντευξη. Συνάντησα την Γιοβάννα στο σπίτι της, στην Κηφισιά…

Συνέντευξη στη Στεφανία Τσολάκη

Με την γλυκύτητα και την απλότητα της, όλη η αγωνία που είχα μετριάστηκε και σύντομα την θέση της πήρε η χαρά. Κάθισε στο γραφείο της, δίπλα ακριβώς από τον υπολογιστή της εκεί που συνηθίζει να περνάει πολύ χρόνο γράφοντας και διαβάζοντας. Θα μπορούσα να την ακούω να μιλά άπειρες ώρες, εξάλλου είναι από τους ανθρώπους που έχουν να μοιραστούν τόσα πολλά και σημαντικά πράγματα. Η συζήτηση μας διήρκησε  κάτι παραπάνω από μια ώρα.

Δεν χρειάζεται να σας συστήσω την Γιοβάννα, ούτε να σας πω για τα βιβλία που έχει γράψει ή τις ποιητικές συλλογές της  και τα τραγούδια που τόσο μοναδικά έχει ερμηνεύσει. Θα πω μόνο ότι μιλήσαμε -δίχως αμφιβολία- για τα πάντα! Για την καριέρα της ως τραγουδίστρια του Σπ. Μεντή,για την σχέση με την μητέρα της, τον σύζυγο της  και τα πενήντα χρόνια κοινής τους πορείας, την απώλεια του, τα παιδιά που δεν απέκτησε, την ποίηση και τον εαυτό που ανακάλυψε μέσα από αυτήν. Σίγουρα δεν θα μπορούσα να μην ρωτήσω για  την ποιητική συλλογή «Όνειρο είδα» στην οποία συμπεριλαμβάνεται ένα cd με την απαγγελία των ποιημάτων από την ίδια αλλά και για συγγραφικά έργα της που μεταφέρθηκαν στην σκηνή όπως «Γενέθλια» ή στον κινηματογράφο «Άντε γεια»… 

Μια ειλικρινής και βαθιά συζήτηση για την οποία ευχαριστούμε από καρδιάς την Γιοβάννα.

Συνέντευξη στην Τσολάκη Στεφανία

Έχετε απαντήσει αρκετές φορές στην απόφαση σας να αποσυρθείτε από το τραγούδι και να αφοσιωθείτε στην γραφή.

…Ήρθαν έτσι τα πράγματα. Κυρίως έπρεπε να τακτοποιηθώ μέσα μου, να βρω τον εαυτό μου έτσι όπως μου τον παρουσίασε και όπως τον έμαθα ότι είναι επιτέλους απο το γράψιμο.

Την εποχή που ασχολούσασταν με  το τραγούδι δε νομίζω ότι υπήρχαν και πολλές καταρτισμένες τραγουδίστριες.

Ναι, έχω ένα βραβείο του Ωδείου των Αθηνών, του αυστηρότερου Ωδείου για την Όπερα. Είχα τραγουδήσει και έκανα δύο εμφανίσεις  στην Λυρική σκηνή σε μία οπερέτα, ήμουν πρωταγωνίστρια και μάλιστα χωρίς να έχω κάνει καμία πρόβα μου λεν το μεσημέρι: «Το βράδυ παίζεις;» Και  λέω «ναι». Τέτοιος βλαξ ήμουν, το πλήρωσα πανάκριβα.

Γιατί το λέτε αυτό;

Το πλήρωσα πανάκριβα γιατί για να καταφέρω – ως πρωταγωνίστρια- να ανταπεξέλθω στην πρόζα, στο τραγούδι, στην χορογραφία, όλα αυτά τα οποία έβλεπα μόνο να κάνουνε από κάτω και δεν είχα κάνει ποτέ πρόβα, υπερέβαλα σε νευρικές δυνάμεις και  ήρθε μια στιγμή που κατέρρευσα! Τέλος πάντων αυτά είναι  περασμένα. Πιστεύω πως Αυτός που ορίζει τις πορείες μας στον κόσμο αυτό, τα έκανε έτσι τα πράγματα ούτως ώστε να φτάσω εδώ που είμαι.

Ούσα σε βαθιά αναζήτηση βρήκατε τον προορισμό σας στην συγγραφή;

Ανακάλυψα ότι η ρίζα μου είναι η ποίηση, η φωνή ήταν άλλο δώρο. Τραγουδούσα πάντα με την αίσθηση της ποίησης μέσα μου και αυτό φάνηκε όταν πήγα στον Γ. Ρίτσο. Γι αυτό νιώθω ότι είμαι πρώτα ποιήτρια, τραγουδίστρια μαζί και μετά συγγραφέας.

Υπήρξαν κάποιες γνώμες που σας επηρέασαν, εννοώ, ότι εστίασαν περισσότερο στο ερμηνευτικό σας ταλέντο και σας κατηύθυναν προς το τραγούδι;

Η μητέρα μου, η οποία ήταν πολύ φιλόδοξη, με έσπρωξε από πάρα πολύ νωρίς να πάω στο Ωδείο, να ασχοληθώ με το μπαλέτο ή παιδικές χορωδίες και τέτοια πράγματα. Στα δεκατέσσερα μου -πολύ νωρίς- στο Ωδείο πήρα βραβείο με άριστα. Μετά όταν μου πήραν την υποτροφία κλασσικού τραγουδιού στην Ρώμη, είχα ανοίξει από χόμπι στο Ε.Ι.Ρ, τότε , τον δρόμο του ραδιοφώνου και δεν το μετάνιωσα, γιατί μου έδωσε πράγματα που δεν ξέρω αν η όπερα θα μου τα έδινε.

Τραγουδούσα με το όνομα Γιοβάννα γιατί σπούδαζα στο Ωδείο με υποτροφία και αν μάθαιναν ότι η Φάσου ασχολείται με το ελαφρό τραγούδι θα μου έκοβαν την υποτροφία…και έτσι διάλεξα μόνη μου το όνομα Γιοβάννα από το Ιωάννα και επειδή άρεσαν στον πατέρα μου και σε μένα οι ρώσικες χορωδίες, τα σλάβικα μοτίβα και όλα αυτά, από το Γιοβάνκα έβγαλα το «κ» και το έκανα Γιοβάννα.

Έχω την αίσθηση ότι μιλάμε για εποχές με μεγάλες αντιθέσεις, από την μια η κοσμική ζωή και  ο πλούτος, αστραφτερές τουαλέτες και από την άλλη οικονομική ανέχεια…

Δε νομίζω. Την εποχή εκείνη, ακόμα και στα λουξ μαγαζιά, περνούσες από ξαπλωμένα μέσα σε βιτρίνες ψαρονέφρια για να πας. Δεν έχει καμία σχέση το τότε με το τώρα. Όταν πηγαίναμε στο  καμαρίνι μας έβλεπες κλεφτά- κλεφτά και  ‘κανα ποντικάκι, χώρια που η μούχλα μύριζε. Εγώ όμως είχα ανάγκη από αυτήν την όψη της ζωής, από την οποία πήρα και τα πρώτα χαστούκια,από την υποψία ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως μπορεί κανείς να φανταστεί. Εγώ δεν φανταζόμουν και πολλά πράγματα, εμένα με έστελνε η μάνα μου και  απλώς πήγαινα.

“Η μητέρα περίμενε να ζήσει από εμένα, ήταν ο σταυρός της ζωής μου”

Νιώσατε, αργότερα ίσως, ότι προσπαθούσατε να ανταποκριθείτε στις προσδοκίες της μητέρας σας;

Η μητέρα περίμενε να ζήσει από εμένα, ήταν ο σταυρός της ζωής μου. Βρήκα τον εαυτό μου, μόνο μέσα από το γράψιμο. Είδα τις δυνατότητες μου, είδα αυτά τα οποία κρύβουμε μέσα μας όλοι οι άνθρωποι και τι γίνετε όταν πρέπει να τα βγάλουμε έξω. Αν δεν παλέψουμε, αν δεν εστιάσουμε τα λειζερ μας εκεί σε συνδυασμό με  πάρα πολύ δουλειά, πάρα πολύ κόπο, πολύ ισότητα, εγώ τουλάχιστον στον λόγο με «Λ» κεφαλαίο, δεν γίνεται τίποτα.

Μέσα από εκεί άρχισα να με αναζητώ και ανακάλυψα ότι έχω δικαίωμα στην ζωή, έχω δικαίωμα να μην με λεηλατούν, έχω δικαίωμα να λέω και όχι, έχω δικαίωμα να λέω την γνώμη μου, έχω δικαίωμα για όλα τα πράγματα που εγώ δεν τα ήξερα. Εν τέλει τα έμαθα, και τώρα πια, σε αυτήν την ηλικία δεν παραπονιέμαι. Είμαι ελεύθερη!

Πιστεύετε ότι πρέπει κανείς να ωριμάσει αρκετά, να μεγαλώσει,  για να καταφέρει να αισθανθεί πραγματικά ελεύθερος;

Έχει να κάνει με τα βιώματα. Όταν από μικρό παιδί του φυτεύεις αγκάθια, όσα λουλούδια και να φυτέψεις με το χώμα της δικής σου προσωπικής γλάστρας, ποτίζοντας τα θα ποτίζονται και τα αγκάθια. Υπήρχε ένα τρόμος,ένας φόβος. Θα μου πεις, πως έκανες αυτά που έκανες; Δεν ξέρω. Ήταν η αίσθηση της αυτοσυντήρησης, ήταν αυτό το «θέλω να ζήσω». Όλα αυτά που έκανα, ταξίδια, δίσκοι… όλα αυτά τα έκανα αλλά δεν τα χάρηκα.

Ήταν και ένας τρόπος διαφυγής για εσάς αυτά τα ταξίδια;

Ήμουνα τόσο τρομαγμένη που έβλεπα το αεροπλάνο και έλεγα: «τι καλά τώρα, αντί να ανεβαίνει το αεροπλάνο να κατεβαίνει και να γυρίζω». Γι’ αυτό σου λέω, τις χαρές τις μεγάλες που μου έδωσαν τα δώρα του θεού τώρα τα καταλαβαίνω,τώρα τα ζω και  λέω ευχαριστώ.Τώρα πατάω στα πόδια μου, γιατί είμαι εγώ!

Να φανταστώ ότι το βιβλίο «Γενέθλια» που αργότερα έγινε και θεατρική παράσταση  το γράψατε βασιζόμενη σε  προσωπικά βιώματα;

Ακριβώς! Έχει μέσα – όχι όλα βέβαια- βιωματικά πράγματα, δικά μου. Έχει την αίσθηση, τον αέρα που ανάσαινα και αυτόν τον καημό που τράβηξα μέσα μου… τον έχει.

Ξέρετε, συχνά οι ψυχολόγοι προτείνουν να εκφράζουμε τον θυμό μας ή τα όποια συναισθήματα έχουμε προς του γονείς μας, προτού φύγουν από την ζωή. Εσείς αυτή την πικρία, την στενοχώρια που είχατε την εκφράσατε ποτέ;

Την πικρία την είχα αγάπη  μου, αλλά όταν έχεις ένα σχοινί στον λαιμό που σε πνίγει, όταν σου έχει  αφαιρεθεί  η αίσθηση της δύναμης ότι μπορείς μόνη σου να κάνεις κάτι, αυτό όσο και να θες να το διώξεις, δεν φεύγει! Αν σου πω ότι ακόμα και τώρα υπάρχουν μερικές φορές που λέω «Επ, σταμάτα. Αυτά ανήκουν στα παλιά. Πέτα τα!» Είναι η γνώση πια.

Η γνώση η σημερινή λοιπόν θα λειτουργούσε διαφορετικά και σε σχέση με το άλλο φύλο;

Τότε ήταν όλα τόσο ρευστά. Δεν είχαν το νόημα που έχουνε τώρα, δηλαδή, μέσα στο μυαλό μου το νόημα που θα είχαν τώρα. Γιατί πάντα είχαν νόημα όλα αυτά. Εκείνο το οποίο θέλω να συμβουλέψω στα νέα παιδιά είναι ότι : Όταν υπάρχουν μαζί με έναν άνθρωπο θα πρέπει να θυμούνται ότι δεν είναι μαζί με θεό. Είναι και αυτός άνθρωπος και οπωσδήποτε θα πρέπει να κάνουν πίσω αν θέλουν να είναι μαζί.

Υπάρχουν στον γάμο στιγμές που είναι πολύ πικρές, που λες δεν ταιριάζω με  αυτόν τον άνθρωπο αν όμως τα κοιτάξεις όλα από λίγο πιο μακριά θα δεις ότι είναι αστεία, δεν είναι μεγάλες οι διαφορές. Είναι διαφορές που γεφυρώνονται και όπως εμείς έτσι κι ο άλλος πονάει.

“Τα πενηνταένα χρόνια μαζί, οι τρεις αποτυχημένες εγκυμοσύνες και η απώλεια”

Η οικογένεια σας ήταν ο σύζυγος σας…

Ναι, η οικογένεια μου ήταν ο σύζυγος μου ο οποίος έχει φύγει εδώ και δύο χρόνια. Δεν ήταν καλλιτέχνης αλλά ήταν ότι δεν είμαι εγώ! Ήτανε πρακτικός, στέρεος… συμπληρώναμε ο ένας τον άλλον. Δεν μπορεί κανείς να πει ότι δεν υπήρχαν τεράστιες διαφορές αλλά αν δεν έκανα πίσω, δεν θα ήμασταν όλα αυτά τα πενηνταένα χρόνια μαζί.

Ο άνδρας μου πέθανε στα χέρια μου, κρατούσα το κεφάλι του στα μπράτσα μου όταν έφυγε. Ήταν άγριο, άνοιξε τα μάτια του σαν κάτι να είδε, έκανε μία γκριμάτσα και μετά όταν βγήκε η τελευταία του ανάσα ήταν τόσο ήρεμο το πρόσωπο του. Υπέφερε πολλά χρόνια που όταν έφυγε, είπα «Ευτυχώς. Γλίτωσε». Πάντως πιστεύω πως κάτι γίνεται μετά.

Στην εποχή μας συνηθίζεται να ρωτάνε το ζευγάρι σχετικά με το θέμα της απόκτησης παιδιού, στην δική σας εποχή ήταν ένα θέμα το οποίο αποτελούσε ταμπού;

Είχα τρεις εγκυμοσύνες οι οποίες δεν είχαν καλή κατάληξη και κυρίως από ιατρικά λάθη. Έκλαψα πολύ για τα παιδιά που έχασα, πάρα πολύ. Δεν ξέρω, εκεί υπεισέρχεται ο Θεός ο μεγάλος κλειδούχος, που λέω εγώ, που μάλλον είπε όχι σε αυτό, αλλά,  με έστρεψε να φτάσω ως εδώ.

Η ποίηση

Όνειρο είδα. Μέσα σε αυτή την ποιητική συλλογή υπάρχει και ένα cd με την φωνή σας να απαγγέλει τα ποιήματα. Τελικά είναι χάρισμα το να μπορεί κανείς να απαγγείλει;

Ναι,είναι ιδιαίτερο χάρισμα. Και οι πιο καλοί ηθοποιοί μπορεί να μην είναι ικανοί να απαγγείλουν. Είναι ξεχωριστό ταλέντο αυτό.Πρέπει να ακούς μέσα την μουσική του λόγου, να μπαίνεις στο πνεύμα της φράσης και στο πως θα την έλεγες εάν απλά μιλούσες και αν εκφραζόσουν για κάτι που απλά σε πονάει. Κανένας ποιητής –από όσους έχω ακούσει – ούτε ο Ρίτσος, ούτε ο Σεφέρης μα ούτε και ο Ελύτης έχουν απαγγείλει καλά τα ποιήματα τους.

Τι σημαίνει κάποιος να μαθητεύει δίπλα σε έναν ποιητή; Εσείς υπήρξατε μαθήτρια  του Γ. Ρίτσου.

Δεν έχει παρά να του μεταφέρει την γνώση του και την πορεία του μέσα από τις λέξεις και στο πως τις νιώθει. Οι λέξεις φέρουν το βάρος του νοήματος τους, αλλά είναι πάρα πολλές οι φορές που μία λέξη δεν χωράει το περιεχόμενο του νοήματος αυτού που θέλεις να εκφράσεις.

Οι λέξεις είναι θήκες.Μπορείς να βάλεις μέσα αυτό που αισθάνεσαι και αυτό να ξεχειλίζει, να μην το χωράει. Οπότε εκεί είναι η μεγάλη δυσκολία… να βρεις τις κατάλληλες λέξεις.

Εκεί είναι το ταλέντο του ποιητή, να έχει την αίσθηση του τι είναι αυτό που ταιριάζει, τι δεν ταιριάζει, τι χαλάει το νόημα και έτσι βγάζεις είτε ολόκληρες φράσεις ή λέξεις περιττές, όπως μου έμαθε ο Γ. Ρίτσος, την αφαίρεση.

Τις λέξεις τις ακούς, αναδύονται σαν ένα κοίτασμα που δεν είναι επεξεργασμένο, είναι κάτι το οποίο το γεννάει το χώμα. Θα πρέπει να το  καθαρίσεις, να πετάξεις όλα τα περιττά να κάνεις όσο γίνεται το ποίημα ποιο σφιχτό. Στο ποίημα “Όνειρο είδα” περνάει η ιστορία του κόσμου μέσα σε λέξεις τρεις, σε λέξεις πέντε.

Μέσα στην συλλογή φέρνει κανείς στο μυαλό του εικόνες της παλιάς Αθήνας, της σημερινής, τις σκληρές εικόνες με τους μετανάστες και τις απώλειες ανθρώπων που πνίγηκαν στην προσπάθεια τους να γλιτώσουν από τον εφιάλτη του πολέμου…

Ακριβώς. Γι’ αυτό λέω «Γιατί η θάλασσα είναι γεμάτη εμετούς, κλάματα παιδιών και ελπίδες μαυρισμένες» (…) «Πουλιά θεριά εμβόλιζαν τους Βαβυλώνιους πύργους», η εικόνα της 11ης Σεπτεμβρίου. Με δυο λέξεις περνάει ολόκληρη ιστορία. Το ποίημα είναι συμπαντικό. Σε μια φράση κλείνει ολόκληρη εποχή, την ζωή από την αρχή μέχρι το τέλος της, πόνους που δεν μπορείς να τους εκφράσεις με ένα σωρό λόγια.

Έκλαψα όταν μου έστειλε φωτογραφία ένας φίλος με  την εικόνα της Αθήνας το 1910. Η Αττική γεμάτη πράσινο, με το ποτάμι της τον Ιλισό… ένα αριστούργημα ήτανε και την κάναμε ένα καρκίνωμα που συνεχώς μεγαλώνει. Σπάνια ανασαίνεις, ίσως λίγο στην Πλάκα, που και αυτήν ακόμα την μετατρέψανε σε αγορά, παζάρι. Μετατρέψανε ένα σημείο το οποίο είναι μια γλυκιά αναφορά στο χθες και αποτελεί μέρος της ιστορίας για τις γενιές που ήρθαν και αυτές που θα ακολουθήσουν. Που θα πατήσουν αυτές οι γενιές;

Στο «κουλάρε δικιέ μου;». Σε μια γλώσσα που σκυλεύεται και συγχωρούμε την αγραμματοσύνη! Η γλώσσα μας είναι η ωραιότερη του κόσμου, που ‘ναι την; Εγώ ψάχνω να την βρω στα νέα παιδιά. Η φράση που συνηθίζω να λέω είναι ότι την Ελλάδα την ντύνουμε με κουρέλια, δεν υπάρχει χειρότερος λαός από εμάς. Είμαστε ένας ανεύθυνος λαός απέναντι στην χώρα που μας γέννησε, μια καταπληκτική χώρα, ίσως από τις ωραιότερες στον κόσμο. Αυτά είναι που με πονάνε.

Ποια είναι η σχέση σας με την θρησκεία;

Πιστεύω βαθιά, όσο δεν γίνεται βαθύτερα, πιστεύω στο Θεό έτσι όπως τον νιώθω σε κάθε μου βήμα, γιατί τον νιώθω. Και αυτό δεν μπορεί κανένας να μου το πάρει. Ας με αποκαλέσουν όπως θέλουν, όμως στην δική μου ζωή υπάρχει και έχω αποδείξεις τις οποίες δε μπορεί να τις αποσείσει κανείς. Να μιλάτε όλοι με το Θεό που κρύβεται μέσα σας και εκείνος είναι πάντα κοντά σας και σας ακούει.

Στις ζωές μας υπάρχουν συνδετικοί κρίκοι τελικά; 

Όλα είναι δεμένα μεταξύ τους, αρχίζω από τα έμβια όντα τα οποία  το ένα θρέφει το άλλο και το άλλο το παράλλο και όλα φέρνουν μια αρμονία καταλήγοντας βέβαια στο πνεύμα, το πνεύμα το οποίο ορίζει τα πάντα.

Πως γράφτηκε το «Όνειρο είδα»;

Κάποια στιγμή αισθάνθηκα πως δε μπορώ να γράψω πια, είπα «εντάξει έχω γράψει είκοσι βιβλία, την καριέρα μου στο  τραγούδι την έχω κάνει, είμαι πλήρης, τώρα μπορώ να ξεκουραστώ» αλλά επειδή εγώ ποτέ δεν είμαι ευχαριστημένη και στη ζωή μου δεν μπορώ να μην κυνηγάω κάτι- γιατί αλλιώς δεν υπάρχω, έλεγα στο Θεό: «Σε παρακαλώ στείλε μου κάτι που να διαφέρει, κάτι που να ‘ναι αλλιώτικο, μην μοιάζει με αυτά που έχω γράψει» και ένα πρωί κάθομαι στο κομπιούτερ μπροστά και ξεκινάω γράφοντας «Πετώντας έφτασα στην θάλασσα, Όνειρο είδα.» Από εκεί και κάτω δεν μπορούσα να συγκρατηθώ.

Ήταν κάτι σαν λυγμός;

Όχι σαν ξέσπασμα. Ήταν ένας πυρετός! Ένας πυρετός ο οποίος με κατείχε επί είκοσι μέρες και ακόμα με διατρέχει. Θεωρώ ότι αυτό το δημιούργημα μου, με δυο ακόμα ποιητικές συλλογές είναι ότι καλύτερο έχω μέχρι τώρα. Δεν ξέρω, τώρα πια έχοντας γνώση το μόνο που γνωρίζω είναι ότι δεν σταματάω εγώ, μέχρι να με σταματήσει Εκείνος εγώ κάθομαι και περιμένω.

Σπήλιος Μεντής

“Τώρα γεμίζω την ψυχή μου τραγουδώντας Σπήλιο Μεντή. Γιατί και εκείνος έπρεπε κάποτε να τραγουδηθεί από την τραγουδίστρια του. Εκείνη την εποχή λέγαμε 3- 4 τραγούδια, τι να πρωτο-πούμε; Ποιο να πούμε πρώτο, ποιο δεύτερο και ποιο θα είναι το τελευταίο για να πάρουμε το χειροκρότημα. Ανώριμα πράγματα, τελείως.

Τώρα που καταλαβαίνω όμως την αξία του Σπήλιου, το πόσο μεγάλος ήτανε – γιατί έζησε την ίδια εποχή με τον Χατζιδάκι, Θεοδωράκη και δεν επηρεάστηκε καθόλου από την δικιά τους μουσική κράτησε τα δικά του μουσικά δαχτυλικά αποτυπώματα –  έγραψε πολύ ωραίους στίχους και βαθύτατους, όπως έκανε και πάρα πολύ ωραία μελοποίηση σε ποίηση του Ρίτσου και του Ελύτη.”

Θεωρείται ότι αδικήθηκε ο Σπ. Μεντής;

Ναι, θεωρώ ότι αδικήθηκε! Όπως θεωρώ ότι κι εγώ τώρα πια είμαι σε θέση να νιώσω, να καταλάβω αυτά τα σπουδαία τραγούδια του και να μεταδώσω το μήνυμα τους.

“Με κέρδισα, με έβγαλα έξω ελεύθερη, και είδα πια, ποια είμαι!”

Κι αυτό συμπίπτει χρονικά με την συγγραφή του βιβλίου σας “Γενέθλια”;

Στα πενήντα μου έγραψα τα «Γενέθλια» αλλά ο πόνος υπήρχε και πάντα θα υπάρχουνε παράπονα μέσα μας. Θα ‘θελα να είχα εκείνα που έχει ένα παιδάκι,  την αγκαλιά μιας μάνας ανιδιοτελούς, αλλά δεν πειράζει. Μέσα από αυτό το σφυρί – αμόνι είπα «Καλημέρα ποίηση».

Μπήκα στον πειρασμό να ρωτήσω και για το βιβλίο της Γιοβάννας στο οποίο βασίστηκε η ομότιτλη ταίνια “Άντε γεια” σε σκηνοθεσία του Γ. Τσεμπερόπουλου…

To «Αντε γεια», βασίζεται σε αληθινά γεγονότα. Όμως η πρωταγωνίστρια του δικού μου βιβλίου είναι μια γυναίκα, μεγαλύτερης ηλικίας, σωματώδης  που αν την συναντούσε κάποιος θα την έβλεπε με σεβασμό αλλά όχι σαν γυναίκα.  Ήθελα να τονίσω ότι και οι γυναίκες αυτές θέλουν να ζήσουν μέσα από τον έρωτα και ότι ο  έρωτας είναι η μεγαλύτερη δύναμη που εκτοξεύει την ζωή, μιας και είναι η αφετηρία αυτής.

Στην ταινία του Τσεμπερόπουλου η πρωταγωνίστρια είναι εντελώς διαφορετική από την ηρωϊδα του βιβλίου. Στην ουσία η κεντρική ιδέα βασίστηκε στο βιβλίο, δεν πέρασε όμως το μήνυμα που προσπαθώ να μεταδώσω εγώ με το “Άντε γεια”

Ποίηση και ποιητές.

“Ποιητές καταβάθος είμαστε όλοι μας. Γιατί το να ποτίσεις ένα λουλούδι,να το  φυτέψεις και να το δεις να μεγαλώνει, είναι ένα ωραίο ποίημα. Όταν η γιαγιά αγκαλιάζει το εγγόνι της και σε αυτή την αγκαλιά μέσα ακούει την καρδιά της να χτυπάει «του παιδιού μου το παιδί δυο φορές παιδί μου» και αυτό ποίηση είναι.

Τελικά, η ζωή είναι ωραία;

Την ομορφιά της ζωής την καταλαβαίνουμε και από την ασχήμια της, έχει τις δύο όψεις…το συν και το πλην. Της ζωής το ταξίδι είναι ένα τεντωμένο σχοινί, πρέπει να μάθεις να ισορροπείς. Αν δεν κρατήσεις το μέτρον άριστον που λέγανε οι παλιοί δεν θα καταφέρεις τίποτα κι αν πεις μόνο να χαίρεσαι στο τέλος θα μείνει μόνο πικρή γεύση, τίποτα άλλο. Γιατί η λύπη σε διδάσκει, η ασχήμια σου δείχνει τι είναι όμορφο.

*Θα ήθελα να ευχαριστήσω απο τα μύχια της καρδιάς μου την κ. Γιοβάννα Καλπαξή και τις εκδόσεις Βακχικόν για την συμβολή τους.

official channel: https://www.youtube.com/channel/UCQyBeJWeYGYGIrcAqbaSunQ

official page: https://el-gr.facebook.com/YovannaOfficialPage/

Εκδήλωση

Η Γιοβάννα παρουσιάζει απαγγέλλοντας η ίδια το τελευταίο ποιητικό της έργο «Όνειρο είδα» από τις εκδόσεις  την Δευτέρα 14/5/18

Έναρξη: 8.30
Διεύθυνση: Χώρος Τέχνης Ιδιόμελο, Ελευθερίου Βενιζέλου 17 και Βασιλέως Κωνσταντίνου, Μαρούσι, κοντά στον ΗΣΑΠ
Είσοδος ελεύθερη

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.