Γράφει ο Γιάννης Θ. Κεσσόπουλος / [email protected]
«Απλήρωτους φόρους 1,25 δισ. ευρώ άφησαν τον Μάιο οι φορολογούμενοι, ενώ στο υπουργείο Οικονομικών εκφράζονται φόβοι για νέα έκρηξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών λόγω των μαζεμένων φόρων που καλούνται να πληρώσουν οι φορολογούμενοι για τα εισοδήματα και την ακίνητη περιουσία τους».
Αυτά λέει το ρεπορτάζ. Ένας φίλος που είναι ανίδεος στα οικονομικά, μου λέει ότι όχι απλώς φοβάται, όπως φοβούνται στο ΥΠΟΙΚ, αλλά είναι βέβαιος! Μου λέει ότι και πριν 5 χρόνια, τότε που άρχισαν οι άτσαλες περικοπές στους μισθούς είχε προβλέψει ότι ο μέσος Έλληνας δεν θα μπορεί να ψωνίζει άνετα («θα χάσει αγοραστική δύναμη»), ότι θα μειωθούν τα κέρδη των επιχειρήσεων και ότι θα αυξηθούν οι απολύσεις (μαζί και η ανεργία). Μου λέει ότι ήταν βέβαιος γι’ αυτό αν και δεν είχε σπουδάσει οικονομικά. Και επιβεβαιώθηκε…
Είναι φυσικό να αυξηθούν οι ληξιπρόθεσμοι φόροι αφού με την επιβολή προκαταβολής 75% του φόρου της επόμενης χρονιάς, σχεδόν διπλασιάζεται ο ούτως ή άλλως βαρύς φετινός φόρος –δηλαδή σχεδόν μειώνεται το εισόδημα στο μισό. Ο πολίτης υποχρεώνεται να δώσει δανεικά (κι αγύριστα) στο κράτος για να καλύψουν οι πολιτικοί διαχειριστές των τυχών μας την ανικανότητά τους. Ούτε οι οθωμανοί δεν τόλμησαν κάτι τέτοιο –το πολύ κεφαλικός φόρος (ήταν μόνο 10% και σταθερός).
Από τον Αύγουστο μέχρι το Δεκέμβριο στην Ελλάδα θα δουλεύει κανείς (με μέσο μισθό) για να τα δίνει όλα στο κράτος. Μα όλα… Και θα του χρωστάει κιόλας.
Οι κουβέντες με τους λογιστές έχουν ξεφύγει πια από την αριθμητική και έχουν πιάσει και τη φιλοσοφία, για το κατά πόσο υπάρχει νόημα στο να δίνει κανείς παραπάνω στη δουλειά του. Κατά πόσο τελικά η ήσσονα προσπάθεια επιβάλλεται, ως modus vivendi στην Ελλάδα των μνημονίων και των μνημοσύνων…
Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα thessnews, φύλλο 16.7.2016