Είχα να πάω στον Παρθενώνα πολλά χρόνια. Ήταν μόλις άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά η προσπάθεια να ζωντανέψει ξανά το χωριό, κάπου στο 2000. Στη δυτική πλευρά του δεύτερου ποδιού της Χαλκιδικής, με ένα όνομα για να… συναγωνίζεται σε φήμη το παγκόσμιο μνημείο του αθηναϊκού Παρθενώνα. Παραδοσιακή μακεδονική αρχιτεκτονική, σπίτια ένα με τη φύση, απίστευτη θέα στον Τορωναίο, υπέροχο ηλιοβασίλεμα! Κι αν ο καιρός είναι καθαρός, απέναντι ο Όλυμπος, ο Κίσσαβος αλλά και το Πήλιο.
Μόλις 5 χλμ από το Νέο Μαρμαρά, ο Παρθενώνας είναι ένας παραδοσιακός οικισμός στη Σιθωνία Χαλκιδικής, χτισμένος σε υψόμετρο 350 μέτρων. Οι κάτοικοί του άρχισαν σταδιακά να εγκαταλείπουν τον οικισμό τη δεκαετία του 1970. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ο Παρθενώνας εμφανίζεται πλήρως εγκαταλειμμένος. Τα επόμενα χρόνια ο οικισμός αναβιώνει και τα περισσότερα κτίσματα αναστηλώθηκαν και αναπαλαιώθηκαν, δίνοντας νέα ζωή στον τόπο.
Το 2015 μια παρέα φίλων (Φώτης Πολίτης, Μάγδα Βλάχου, Στράτος Αλεξόπουλος, Άγγελος Μαλλίνης και Χρήστος Πολίτης) που είχαν μεγαλώσει στο χωριό ή με έντονα τα ακούσματα για τη ζωή εκεί, αποφάσισαν να δημιουργήσουν έναν πολιτιστικό θεσμό που θα καλεί ξανά τον κόσμο να επισκεφθεί. Κάπως έτσι έφτιαξαν το “Parthenώn Film Festival – Σινεμά στο Χωριό”, ένα τριήμερο κινηματογραφικών προβολών στην πέτρινη πλατεία του χωριού. Το τολμηρό εγχείρημα πέτυχε, κι από τότε ο κόσμος πλημμυρίζει την πλατεία και το χωριό ολόκληρο το πρώτο Σαββατοκύριακο κάθε Ιουλίου! Κι έχει την ευκαιρία εκτός από τη χαλάρωση που προσφέρει το κόνσεπτ “ταινία στο χωριό” να ηρεμήσουν εστιάζοντας στα υπέροχα “κάδρα” που έχουν δημιουργήσει οι λιγοστοί κάτοικοι με την αισθητική τους. Να γνωρίσει εν τέλει ένα υπέροχο παραδοσιακό χωριό της Χαλκιδικής.
Φέτος, το Φεστιβάλ πραγματοποιήθηκε από τις 8 έως τις 10 Ιουλίου και ήταν αφιερωμένο στο ταξίδι. Προβλήθηκαν οι ταινίες “Μαγνητικά Πεδία” του Γιώργου Γούση, “Paper Moon” του Πήτερ Μπογκντάνοβιτς, “Little Miss Sunshine” των Τζόναθαν Ντέιτον και Βάλερι Φάρις, “Ταξίδι στο Darjeeling” του Γουές Άντερσον και “Παρίσι, Τέξας” του Βιμ Βέντερς.
Η κ. Τάνια επέστρεψε πριν από 14 χρόνια από τη Θεσσαλονίκη στον Παρθενώνα και με το σύζυγό της έφτιαξαν το “Χοροστάσι”, έναν παραδοσιακό ξενώνα με πολλές αρετές: κάθε δωμάτιο έχει το δικό του “χρώμα”, η θέα στον Τορωναίο είναι άπλετη, η δροσιά στη βεράντα όπου “τα λέει” με τους φιλοξενούμενους κάθε πρωί είναι βάλσαμο κι απόλαυση στη καρδιά του καλοκαιριού. Είναι μία από τους 6-8 μόνιμους κατοίκους του χωριού, χειμώνα – καλοκαίρι, και δεν το μετανιώνει καθόλου. Η ζωή εδώ είναι ήρεμη, όπως μας λέει, οι δουλειές δεν τελειώνουν, κι απολαμβάνει το γεγονός ότι έχει την ευκαιρία να γνωρίζει κόσμο και να συναναστρέφεται μαζί τους. Της αρέσει να φτιάχνει κάθε μέρα ωραία πράγματα στην κουζίνα της για να ευχαριστήσει τους “ξένους”, βασισμένα στα τοπικά φρέσκα προϊόντα. Η φιλοξενία είναι συστατικό του τόπου μας, φυσικά και του Παρθενώνα, και βέβαια στο χωριό αυτό της Χαλκιδικής γεννιέται μια σχέση βιωματική!
Ο Κώστας διατηρεί ένα καφέ μπαρ στην άκρη του βράχου, το “Parthenopolis”. Είναι κι αυτός από εκείνους που επιμένουν να αγαπούν και να στηρίζουν τον Παρθενώνα. Μας δείχνει τα φοβερά και τρομερά ηλιοβασιλέματα, μας λέει ότι βλέπει απέναντι τα μυθικά βουνά των θεών και των Κενταύρων, αλλά και ότι πέρσι έβλεπε τις φωτιές στην βόρεια Εύβοια -δεν τον πίστεψα αλλά το είδαμε στο google maps και έχει δίκιο! Ο Άγιος Στέφανος με τις αγιογραφίες της Κρητικής Σχολής, πράγμα σπάνιο για τη βόρεια Ελλάδα, και το λαογραφικό μουσείο του χωριού μπορούν να ενισχύσουν την επισκεψιμότητα του Παρθενώνα, εφόσον είναι επισκέψιμα, καθώς θα δίνουν άλλες δυνατότητες στον επισκέπτη.
Η αισθητική των κατοίκων… Πολύ ενδιαφέρον ζήτημα, μιας και είναι διάχυτη σε κάθε βήμα. Σα μια σιωπηρή “σφιχτή” συμφωνία. Τα σπίτια μισά πέτρινα, μισά χρωματιστά, αλλά και λεπτομέρειες απολαυστικές. Ακόμη και οι καμινάδες, κάτι ιδιαίτερο έχουν. Τα σπίτια μέσα στη φύση, αγκαλιάζονται από το πράσινο. Τα σοκάκια πέτρινα.
“Το Parthenώn Film Festival μπορεί να το δει κανείς είτε από την μεγάλη κλίμακα της εναλλακτικής χρήσης και αναβάθμισης του δημόσιου χώρου, είτε μπορεί να το δει κανείς από την «ταπεινή» κλίμακα, της πέτρινης πλατείας, ενός χώρου που τους προίκισε με μια σειρά από χαρές και γλέντια στα πανηγύρια ή στα ανταμώματα. Και με τους δυο τρόπους αν μπεις μέσα, λίγο πιο βαθιά, θα συναντήσεις χαρές και τρόπους έκφρασης με κέντρο τους τον άνθρωπο. Είναι έτσι; Ή κάτι πιο απλό; Να επιστρέψουν στην παιδική ηλικία [από κοινού και οι πέντε παίρνοντας από το χέρι φίλους του σινεμά] για ένα τριήμερο ή έστω για όσο διαρκεί μια ταινία” έγραφε το 2016 στο thinkfree.gr ο Άγγελος Μαλλίνης, εκ των ιδρυτών του θεσμού.
Σήμερα, μετά από το 8ο Parthenώn Film Festival, το ερώτημα φυσικό: άξιζε, τελικά, τον κόπο; “Αν τοποθετήσουμε ψυχρά τα πράγματα είναι αρκετά απλοϊκό αυτό που συμβαίνει, προβάλουμε ταινίες για ένα τριήμερο στη πλατεία του παραδοσιακού οικισμού Παρθενώνα Χαλκιδικής. Όμως τι είναι αυτό που κάνει τόσο κόσμο να έρχεται κάθε χρόνο από όλη την Ελλάδα και να δένεται με αυτό το γεγονός και με αυτόν το τόπο, αδυνατώ να το εξηγήσω. Είναι άρρητο το πως δονείτε η καρδιά μας σε αυτή τη κοινή εμπειρία. Το λέμε και το ξαναλέμε επιστρέφουμε με ένα δώρο στη γενέθλια γη μας μέσα σε μια συγκινησιακή συνθήκη κάθε φορά. Αυτό το αίσθημα μας κάνει να επιστρέφουμε. Θέλουμε να στήσουμε ένα γνήσιο λαϊκό κινηματογραφικό γλέντι κάτι σαν αυτό που πραγματοποιούσαν οι πρόγονοι μας σε αυτή τη πλατεία με κλαρίνα και βιολιά και ο χορός τους ράγιζε τους αρμούς!”
Και ποιο είναι το μέλλον του θεσμού; Τι σχεδιάζουν οι εμπνευστές του; “Έχω την αίσθηση ότι φέτος το φεστιβάλ κλείνει ένα κύκλο και ανοίγει ένα νέο πιο τολμηρό αλλά εξίσου γνήσιο. Σίγουρα θα επανέλθουν οι παράλληλες δράσεις και εκθέσεις, όπως επίσης θα προστεθούν οι προφεστιβαλικές προβολές σε αλλά σημεία της περιοχής” συμπληρώνει ο Α. Μαλλίνης.

























