Γράφει η Αρτζανίδου Έλενα / [email protected]
Η Φωνή της ελληνικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης = Ελλάδα+Δημοκρατία+Πολιτισμός
Την αγάπη για το ραδιόφωνο την κληρονόμησα και εγώ. Το 1970, παιδί ακόμα, ζούσα στη Γερμανία σε ένα δίπατο πέτρινο σπίτι. Στο κάτω πάτωμα νοίκιαζε η οικογένεια μου, στον πάνω όροφο ο νονός του αδερφού μου με την οικογένειά του.
Κάθε βράδυ θυμάμαι, τον πατέρα μου να ακούει ειδήσεις από την Ντόιτσε Βέλε, πάντα με χαμηλωμένη την ένταση. Δίπλα του, αγγίζοντάς τον, καθόμουν και παρακολουθούσα ό,τι έφτανε από τον δέκτη στα παιδικά μου αυτιά.
-Σσσς, Ελένη, μου έλεγε, μη μιλάς να ακούσω τα νέα από την πατρίδα, και εγώ κρατούσα ακόμη και την ανάσα μου.
Τότε δεν μπορούσα να καταλάβω, γιατί έπρεπε να ακούμε πάντα χαμηλά τα νέα.
Να μιλάμε σιγά. Ακόμη και τα τραγούδια που ακολουθούσαν στο πρόγραμμα είχαν την ίδια τύχη, ακούγονταν πάντα χαμηλά.
Ένα απόγευμα, και ενώ όλοι απουσίαζαν, άνοιξα το ραδιόφωνο. Το τραγούδι που έφτασε στα αυτιά μου το άκουγα για πρώτη φορά. Το δυνάμωσα και προσπάθησα να μάθω κάποιους από τους στίχους του.
«Βράχο βράχο τον καημό μου» τραγούδαγε μια αντρική φωνή και το δυνάμωσα.
Η απογοήτευσή μου ήταν μεγάλη, όταν εκείνη τη στιγμή επέστρεψε ο πατέρας μου και έτρεξε να χαμηλώσει την ένταση.
-Αυτό το τραγούδι θα έπρεπε να το ακούς πολύ χαμηλά, Ελένη, με επέπληξε.
Τα χρόνια πέρασαν και να που σήμερα το ξανακούω, αλλά από το ραδιόφωνο του παππού. Νοσταλγία με πλημμυρίζει για εκείνες τις μέρες της ξενιτιάς, αλλά και για τα επόμενα χρόνια στην πατρίδα. Για όσους έχασα και μου τους θυμίζει αυτή η παλιά, αγαπημένη συσκευή.
Κατά την επιστροφή μας οριστικά στον τόπο μας, η προσωπική μου περιουσία, δώρο των γονιών μου, ήταν ένα PHILIPS, το δικό μου ραδιόφωνο. Για έξι χρόνια ήταν παρέα μου. Τα καλοκαιρινά πρωινά παρακολουθούσα ανελλιπώς μέσα από τη συχνότητα της κρατικής ραδιοφωνίας τις θεατρικές εκπομπές, ενώ όλα τα βράδια αγκαλιά και μέσα από τα σκεπάσματα το χειμώνα, παρέα μου στο κρεβάτι, με ταξίδευε και με ψυχαγωγούσε, όπως το παλιό ραδιόφωνο του παππού συντρόφευε την γιαγιά.
Το αποχωρίστηκα όταν έφυγα από το σπίτι στα δεκαπέντε χρόνια μου για την Αμερικανική Γεωργική Σχολή Θεσσαλονίκης, μετά δεν θυμάμαι αλλά το έχασα. Ωστόσο δεν ξεχνώ μέχρι και τώρα τα αμέτρητα… τσιρότα μπαλώματα για να το κρατήσω ζωντανό.
Οι αναμνήσεις σταματούν με τη διακοπή του παλιού ραδιόφωνου του παππού.
Τα παράσιτα δηλώνουν πως ζεστάθηκε και δεν μπορεί πλέον να με συντροφεύσει και να προκαλέσει και άλλες αναμνήσεις. Γυρνώ το διακόπτη και σταματώ προσωρινά τις εικόνες, τους ήχους. Διακόπτω τις μνήμες, μέχρι την άλλη φορά που θα το ξανανοίξω.
Καλή ραδιοφωνική συνάντηση, εις αύριον.
*Γράφτηκε 28/5/2013