Ο Βασίλης Βλάχος είναι ένας θεατράνθρωπος με μακρόχρονη ιστορία στο σανίδι. Με αφορμή την παράσταση “Γουρούνι στο σακί” του Φεϋντώ που έρχεται αυτή τη Δευτέρα και Τρίτη στο Θέατρο Αμαλία, μίλησε στο thinkfree.gr για το θέατρο στην Ελλάδα, το επάγγελμα του ηθοποιού και φυσικά το έργο στο οποίο πρωταγωνιστεί!
Συνέντευξη στην Κατερίνα Νικολάου /[email protected]
Γιατί Φεϋντώ σήμερα;
Διότι ο Ζωρζ Φεϋντώ είναι ένας συγγραφέας που έχει περάσει στη χορεία των κλασσικών του είδους και κάθε σοβαρός άνθρωπος του θεάτρου οφείλει να δίνει στο θεατρόφιλο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει το έργο του. Άλλωστε, η συγκεκριμένη κωμωδία είναι άκρως επίκαιρη, διότι καυτηριάζει και συγχρόνως διακωμωδεί την τάξη των κενόδοξων και νεόπλουτων αστών.
Πείτε μας δυο λόγια για το έργο.
Ο Πακαρέλ, βιομήχανος ζαχάρεως, τον οποίο και υποδύομαι, θέλει να προσθέσει στο χρήμα του και λίγη δόξα, ανεβάζοντας στην Όπερα των Παρισίων ένα έργο της κόρης του. Με την κουτοπονηριά του θεωρεί ότι θα εκβιάσει την διοίκηση της Όπερας με το συμβόλαιο που κλείνει με έναν διάσημο τενόρο, που όμως αποδεικνύεται ένας άσχετος ερωτιάρης νεαρός. Οι παρεξηγήσεις διαδέχονται η μια την άλλη σε μια καυστική σάτιρα από τον μάστορα του είδους Ζωρζ Φεϋντώ.
Δυο λόγια για τον χώρο σας στην Αθήνα.
Ο Πολυχώρος Τέχνης «Αλεξάνδρεια», του οποίου έχω την καλλιτεχνική διεύθυνση, στεγάζεται στην Αθήνα στην οδό Σπάρτης 14, σε ένα ιστορικό κτίριο της Πλατείας Αμερικής. Το κτίριο αυτό δεν είναι τυχαίο. Εδώ έζησε μικρός αλλά και αργότερα όταν παντρεύτηκε, από το 1940 περίπου μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’50, ο συγγραφέας Μ. Καραγάτσης. Στο σπίτι αυτό μάλιστα γύρισε, ως σκηνοθέτης και σεναριογράφος, σκηνές από την ταινία του «Καταδρομή», ενώ οι πιο ηλικιωμένοι της γειτονιάς θυμούνται τον Γιάννη Τσαρούχη να έχει ανεβάσει μια παράσταση. Ο Μένης Κουμανταρέας τοποθετεί ένα διήγημά του με πρωταγωνιστές τον ίδιο τον Καραγάτση και τη δασκάλα της κόρης του στο κτίριο της οδού Σπάρτης, που πρέπει να χτίστηκε στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’30 με εμφανείς τις επιρροές ενός ύστερου, «μοντερνίζοντος» νεοκλασικισμού, χαρακτηριστικό αυτής της μεταβατικής περιόδου.
Σε αυτό το ιστορικό σπίτι στεγάζεται η «Αλεξάνδρεια» και η ομώνυμη καλλιτεχνική εταιρεία που έχω ιδρύσει. Το όνομά της οφείλεται στην αλεξανδρινή καταγωγή μου.Στα «συν» της «Αλεξάνδρειας» είναι η υπέροχη πίσω αυλή με τους φοίνικες που αξιοποιείται την άνοιξη και το καλοκαίρι. Εκτός από τις δικές της θεατρικές παραγωγές, η «Αλεξάνδρεια» φιλοξενεί, χειμώνα-καλοκαίρι, μουσικές συναυλίες, παρουσιάσεις βιβλίων, εκθέσεις, θεατρικές παραστάσεις, συναντήσεις καλλιτεχνών. Στα 7 περίπου χρόνια λειτουργίας του χώρου –άνοιξε τον Δεκέμβριο του 2012- έχουν φιλοξενηθεί πολύ σημαντικοί μουσικοί, συγγραφείς, εικαστικοί και άνθρωποι του πνεύματος. Αναφέρω ενδεικτικά: Μουσικοί: Μίμης Πλέσσας, Γιάννης Σπανός, Γιώργος Χατζηνάσιος, Νότης Μαυρουδής, Νένα Βενετσάνου, Γιώργος Κατσαρός, Στέφανος Κορκολής, Γιάννης Κούτρας, Βασίλης Λέκκας, Γιοβάννα, Γιώτα Νέγκα, Ζωή Τηγανούρια, Κώστας Μακεδόνας, Καίτη Γαρμπή, Δημήτρης Ψαριανός, Δαυίδ Ναχμίας, Γιώργος Νιάρχος, Μάρα Θρασυβούλου, Πόπη Αστεριάδη, Πασχάλης, Λένα Αλκαίου κ.ά. Συγγραφείς: Κώστας Μουρσελάς, Ζυράνα Ζατέλη, Σωτήρης Δημητρίου, Λέανδρος Πολενάκης, Μένης Κουμανταρέας κ.ά. Εικαστικοί: Πέτρος Ζουμπουλάκης, Τερέζα Βαλαβάνη, Καθηγητές: Κώστας Γεωργουσόπουλος, Στέφανος Γεράνης, Μαρία Ευθυμίου, Στέφανος Ροζάνης κ.ά. Η «Αλεξάνδρεια» σίγουρα είναι ένας φιλικός, ζεστός χώρος που αποπνέει οικειότητα.
Πώς βλέπετε την εξέλιξη του επαγγέλματος του ηθοποιού. Τι θα συμβουλεύατε ένα νέο ηθοποιό στα πρώτα του βήματα;
Το επάγγελμα του ηθοποιού, για μένα, είναι πρώτα απ’ όλα λειτούργημα και ύστερα βιοπορισμός. Με την κατάργηση της άδειας ηθοποιού και των συλλογικών συμβάσεων, το επάγγελμα έχει πληγεί ανεπανόρθωτα. Εδώ υπάρχει μια αντίφαση. Ζητάς να παίζεις σε ποιοτικές δουλειές, στις οποίες όμως αμείβεσαι συνήθως με πενιχρά ποσά. Αλλά ακόμη και στις λεγόμενες “show biz” εμπορικές δουλειές, τα μεροκάματα είναι συχνά πλασματικά, με λίγες εξαιρέσεις.
Η πείρα μου των 40 χρόνων στο σανίδι με έχει διδάξει ότι, όποιος αποφασίζει στις μέρες μας να ακολουθήσει το δρόμο της υποκριτικής, πέρα από την παιδεία, γενική και ειδική, πρέπει να διαθέτει υπομονή, επιμονή, περιέργεια, να έχει κλειστά τα αυτιά στις σειρήνες της ευκαιριακής αναγνωσιμότητας και ένθεο πάθος γι αυτό που καλείται να υπηρετήσει. Σαφώς χρειάζεται και τύχη.
Πείτε μας την άποψή σας για την καλλιτεχνική παραγωγή στην Ελλάδα. Της λείπει ή της περισσεύει κάτι;
Τεράστια σε ποσότητα η καλλιτεχνική παραγωγή στη χώρα μας. Πολλά σημαντικά πράγματα γίνονται την ίδια εποχή και χάνονται, διότι ο θεατής δεν έχει το χρόνο ή την οικονομική δυνατότητα να τα παρακολουθήσει. Ο κόσμος στην Ελλάδα έχει ξαναστραφεί στο θέατρο, όμως η βάση αυτή πρέπει να διευρυνθεί πολύ ακόμα. Περισσεύει η δημιουργία πολλών ευκαιριακών σχημάτων με ολιγοήμερη ζωή, που κινούνται στον ημιεπαγγελματικό χώρο.
Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;
Από τη νέα σεζόν, θα παρουσιάσω ξανά την επιτυχημένη παράστασή μας «Γουρούνι στο Σακί» του Ζωρζ Φεϋντώ, καθώς και τον «Φιλάργυρο» της Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου. Για το 2020 σκέφτομαι κάτι πολύ φιλόδοξο, το οποίο επιτρέψτε μου να μην το αποκαλύψω ακόμη.
Έχετε κάποιο ανικανοποίητο καλλιτεχνικό όνειρο;
Δεν έχω κανένα συγκεκριμένο καλλιτεχνικό όνειρο, αλλά δεν σας κρύβω ότι επιθυμία μου είναι –εφ’ όσον βαστάνε τα πόδια μου και δουλεύει το μυαλό μου– να βρίσκομαι για χρόνια στη Σκηνή τόσο με καταξιωμένους συγγραφείς, σκηνοθέτες και συναδέλφους μου, όσο με την εκάστοτε νέα γενιά που καμαρώνω.