ΕΛΛΗ, ΝΑ ΕΝΑ ΜΗΛΟ…

0
2723

ziouti-elli

ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΔΑΝΕΙΚΑ Γράφει η Άντζελα Ζιούτη/συγγραφέας / [email protected]

Όταν φοιτούσε η μικρή Έλλη – αρχές της δεκαετίας του ’70 –  στην πρώτη Τάξη του Δημοτικού κάπου στη Σταυρούπολη, οι συμμαθητές της, την πειράζανε: «Έλλη να ένα σάπιο μήλο, θα το φας;» της λέγανε τα πιτσιρίκια για να κάνουν καζούρα κι αυτή τους πετούσε γομολάστιχες. Ήταν βλέπεται μία μικρή «πρωταγωνίστρια» στα μαθητικά θρανία καθώς το αναγνωστικό των Ι. Γιανέλη και Γ.Σακκά, που είχε ως εξώφυλλο δύο μαθητές ντυμένους στα χρώματα της Ελληνικής σημαίας παρακολουθούσε τη ζωή μιας μικροαστικής οικογένειας. Ο μπαμπάς Θωμάς, η μητέρα Φανή, η Άννα, ο Ρήγας, Νίνα και η Έλλη είναι τα πρόσωπα του βιβλίου. Η πιο διάσημη βέβαια  ήταν η Έλλη και το μήλο της. Το αναγνωστικό, το φιλοτέχνησε ο Κώστας Γραμματόπουλος με την Έλλη να είχε γίνει αγαπημένη ηρωίδα των μαθητών. «Έλλη να ένα μήλο» έγραφε το Αλφαβητάριο στη σελίδα που οι μικροί μαθητές διδάσκονταν το γράμμα μι «μ». Φυσικά ο τόνος ήταν περισπωμένη, καθώς μακρά παραλήγουσα πριν από βραχεία λήγουσα παίρνει περισπωμένη.

Αυτή βαριότανε στις παραδόσεις και στο αργόσυρτο μίλημα του δασκάλου. Στο οπισθόφυλλο του Αναγνωστικού ζωγράφιζε φούστες και κάτι μπλουζάκια με στάμπες. Κάτι που έμελλε να γίνει το επάγγελμα της στο μακρινό τότε μέλλον. Ναι. Η Έλλη έγινε σχεδιάστρια ρούχων. Τα καλοκαίρια στις διακοπές που έκλειναν τα σχολεία αυτή πάλι βαριότανε. Για αυτό πήγαινε στις βιοτεχνίες της γειτονιάς – μόλις είχε κλείσει τα δεκατρία – και γάζωνε τις πρώτες της δημιουργίες. Άλλοι είχαν εκ γενετής συγγενείς ανωμαλίες, αυτή είχε … Ντουέντε. Ήτανε βέβαια κάτι μικροσκοπικά ρούχα για τις κούκλες της. Μία πρόβα τζενεράλε, όταν πολύ αργότερα θα έντυνε αληθινές … κούκλες. Ψιλόλιγνα μοντέλα σαν κρεμάστρες που περπατούσαν νωχελικά στην πασαρέλα φορώντας τα δικά της εμπνευσμένα έργα. Στη συνέχεια, δουλειές αμέτρητες.  Πρώτο «χέρι» σε μεγάλες εταιρείες ένδυσης «έκοβε και έραβε» στην κυριολεξία. «Μεταξύ τυρού και αχλαδίου» ήρθε ένας γάμος και δύο κορίτσια. Αυτή όμως συνέχιζε να σχεδιάζει ολόκληρες Κολεξιόν: Άνοιξη – Καλοκαίρι και Φθινόπωρο – Χειμώνας στον υπολογιστή της. Τα πατρόν έτοιμα. Ριγέ, εμπριμέ, καμηλό και ένας σωρός από τόπια υφάσματος θα
έμπαιναν στον κόφτη μετά από τις δικές της παραινέσεις. Η θέση της στην εταιρεία ισοδυναμούσε με τον ακρογωνιαίο λίθο. Οι δικές της επιλογές θα καθόριζαν και την ανταπόκριση της αγοράς, καθώς ένα ρούχο ανταγωνιστικό είναι αυτό που κερδίζει πάντα τον πελάτη.
Για να ενημερωθεί γύρω από τις εξελίξεις και τις νέες τάσεις στη δουλειά της ταξίδευε συχνά πυκνά στη γειτονική Κωνσταντινούπολη. Εκεί, όπου οι μεγάλες φίρμες έραβαν τα ρούχα τους. Ξεκινώντας από τα γνωστά ZARA και φτάνοντας μέχρι τα Dior και τα Channel. Λαός και Κολωνάκι δηλαδή. Ούτως ή άλλως η κοινωνική διαστρωμάτωση, ξεκινά από αρχαιοτάτων χρόνων από το ένδυμα. Γρήγορα λάτρεψε τον Βόσπορο, το Ταξίμ, την πελώρια Αγιά Σοφιά και το παλάτι του Σουλτάνου. Πρώτη φορά αντίκριζε τόσο μεγάλα διαμάντια και ρουμπίνια. Έπινε σαλέπι για να ζεσταθεί κάτι πρωινά του Δεκεμβρίου με τον Χότζα να ψέλνει στο Τζαμί και έτρωγε στο πόδι γύρο από μοσχάρι, αφού οι μουσουλμάνοι δεν τρώνε χοιρινό. Η Πολίτικη κουζίνα την κατέκτησε. Μαζί και η τούρκικη γλώσσα. Κάπου στα πενήντα φεύγα αποφάσισε να ξεκινήσει μαθήματα Τούρκικων. Την πρώτη μέρα στο μάθημα σήκωσε το χέρι και ρώτησε τη δασκάλα: «Πιστεύετε, ότι θα μπορέσουμε ποτέ εμείς να κατορθώσουμε να μιλάμε Τούρκικα; Έχουμε και κάποια ηλικία…». Τόσο ακαταλαβίστικα της φάνηκαν. Τώρα πια μετά από καιρό συνδέεται πλέον στο Skype και μιλάει με άνεση με τον Τούρκο αντιπρόσωπο γνωστής εταιρείας ένδυσης. Στα Τούρκικα. Η εγγονή της που παίζει στο πλάι με το τάμπλετ, της λέει: «Γιαγιά, τι γλώσσα είναι αυτή που μιλάς;» . Αυτή ανοιγοκλείνει τα μαύρα της- σαν σκοτεινός ουρανός –  μάτια και απαντά: «Τούρκικα». «Και που τα έμαθες τα τούρκικα γιαγιά;». Η Έλλη χαμογελάει: «Γηράσκω αεί διδασκόμενη, μικρή μου!».  Έλλη να ένα μήλο. Το δαγκωμένο μήλο που έκοψε η Εύα και ο Αδάμ από το δέντρο της γνώσης. Όταν ο Θεός τους ρώτησε γιατί το έκαναν, εκείνοι κρύφτηκαν πίσω από θάμνους γιατί φοβόντουσαν που ήταν γυμνοί. Ο Θεός τότε τους έδιωξε από τον Παράδεισο και τους εξόρισε στη Γη, όπου ήταν καταραμένοι να φοράνε τα ρούχα που βγάζουν οι μόδες. Κι αν στο προπατορικό αμάρτημα, η ανάγκη του ανθρώπου για την (απαγορευμένη) γνώση ήταν η αιτία να διωχτούν οι πρωτόπλαστοι από τον παράδεισο, στη σύγχρονη κοινωνία η διά βίου μάθηση είναι ο βασικός συντελεστής που κρατά τους εργαζόμενους ενεργούς εντός της σημερινής … εργασιακής κόλασης.

* Ευχαριστώ την κ. Έλλη Κόντου – Σχεδιάστρια ενδυμάτων για τις πολύτιμες πληροφορίες

Προηγούμενο άρθροΚΩΣΤΑΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ 27, 28, 29/10 ΣΤΗ ΒΕΝΤΕΤΑ!
Επόμενο άρθρο“A! H TEXNH!” ΠΟΥ ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ…
Γεννήθηκα το Φεβρουάριο του ’68 στη Θεσσαλονίκη. Η μαμά λέει ότι εκείνη τη μέρα, χιόνιζε πολύ. Η συγκοινωνία είχε σταματήσει και το ολόλευκο αστικό τοπίο διακόπτονταν από τις βαθιές πατημασιές των περαστικών. Στην ίδια πόλη μερικά χρόνια μετά σπούδασα οικονομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Από τα οικονομικά όμως αγάπησα πιο πολύ την ποίηση. Τον Λειβαδίτη, τον Καρούζο, τον Πρεβέρ. Γιατί η επιστήμη σε μαθαίνει πως να κουμαντάρεις τα λεφτά. Ενώ η ποίηση πως να κουμαντάρεις τη ψυχή. Το 1999 εκδόθηκε η συλλογή μου «Ο Θεός κατοικεί σε ουρανοξύστη, 31 ποιήματα της πόλης» από τον Παρατηρητή. Λίγο αργότερα το 2003 κυκλοφόρησε από τα Ελληνικά Γράμματα «Η Αρχιτεκτονική των σιωπηλών ημερών». Το πρώτο μου μυθιστόρημα εκδόθηκε από τη Φερενίκη το 2009 με τον τίτλο «Ο ήλιος στο πάτωμα». Προφητικός τίτλος για μια χώρα που κατρακύλησε κατόπιν στο ναδίρ. Αρθρογραφούσα στην Karfitsa και τώρα στο Thinkfree. Ευτυχώς που η σκέψη δεν είναι Μερσεντές να κατασχεθεί. Γιατί εδώ σκεφτόμαστε ακόμη. Ελεύθερα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.